Μια πιτσιρικαρία από την Πάτρα, το περασμένο Φθινόπωρο ονειρεύτηκε. Ήταν σεμνή και ταπεινή, δεν σκέφτηκε «χρυσαφικά» παρά μόνο την πρόοδο, τη βελτίωση. Έδεσε αρμονικά, συγχρονίστηκε και μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε το κοινό όραμα, το πλάνο όλων των ανθρώπων της ΝΕΠ.
Το όμορφο ταξίδι έκανε τα όνειρά τους να «φουντώσουν», να μεγαλώσουν. Τα πεπραγμένα τους στο νερό αλλά και οι σταγόνες ιδρώτα που έριχναν έξω από αυτό, έδιναν το δικαίωμα για να το κάνουν. Και την ύστατη στιγμή, εκεί που τα χέρια και τα πόδια τρέμουν και λυγίζουν από την πίεση και το τεράστιο διακύβευμα, η άρτια προετοιμασία και οι χαμηλές προσδοκίες, απελευθέρωσαν τα άκρα. Όταν ο στόχος έχει επιτευχθεί προ πολλού και μάλιστα διά περιπάτου, γίνεσαι επικίνδυνος.
Εκεί στη ρωγμή του χρόνου, «φώλιασαν» οι επιθυμίες παιδιών. Και όταν το παιδί ελπίζει και επιθυμεί κάτι βαθιά, θα κινήσει γη και ουρανό για να τα καταφέρει.
Η ΝΕΠ εξασφάλισε από το απόγευμα της Κυριακής (21/4) για τρίτη φορά την παρουσία της στη μεγάλη κατηγορία της υδατοσφαίρισης ανδρών, ολοκλήρωσε τον άθλο και ο μεγάλος πρωταγωνιστής του σπουδαίου αυτού επιτεύγματος, Σπύρος Λυκούδης, άνοιξε την καρδιά του στο #AQF24. Από τον απολογισμό της χρονιάς, στις ευχαριστίες και την «οικογένεια» της ΝΕΠ. Δεν σταμάτησε να «πυροβολεί» κατά ριπάς καθόλη τη διάρκεια της Α2 Εθνικής κατηγορίας και έγινε το talk of the country.
Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται αυτό που το μέλλον του επιφυλάσσει. Ο λόγος σε εκείνον και τις σκέψεις του.
«Αρχικά το μόνο σίγουρο είναι ότι άνοδος της ομάδας είναι πραγματικά ένα μικρό θαύμα . Δεν υπάρχει μυστική συνταγή για την επιτυχία, μόνο η προπόνηση. Δουλέψαμε πολύ κάναμε πολλή προπόνηση, σκληρή προπόνηση, διπλές προπονήσεις, γυμναστήρια, βλέπαμε βίντεο, αναλύαμε όλα τα παιχνίδια και αλήθεια μόνο τυχαία δεν ήρθε αυτό το αποτέλεσμα. Ξεκινήσαμε την προετοιμασία μας 1η Σεπτεμβρίου και θέσαμε έναν στόχο. Να κάνουμε ένα βήμα παραπάνω από πέρυσι, να ανέβουμε ένα σκαλοπάτι, δηλαδή να εξασφαλίσουμε μια θέση στην πρώτη τετράδα του ομίλου και την είσοδο στα πλέι οφ. Είμαστε η ομάδα με τον μικρότερο μέσο όρο ηλικίας της κατηγορίας (18 χρονών) και η άνοδος στην Α1 δεν ήταν αυτοσκοπός, θέλαμε παιχνίδι με το παιχνίδι να γινόμαστε καλύτεροι και να μαθαίνουμε μέσα από τα λάθη μας. Αρχικά καταφέραμε να τερματίσουμε πρώτοι και αήττητοι στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος και κάπου εκει αρχίσαμε να σκεφτόμαστε το κάτι παραπάνω. Γιατί όχι; Λέγαμε χαρακτηριστικά μεταξύ μας, γιατί να μην τα καταφέρουμε; Τι έχουμε να ζηλέψουμε από άλλες ομάδες; Οι σκέψεις για την άνοδο ήρθαν μέσα από τα αποτελέσματα καθόλη την διάρκεια της σεζόν.
«Τρώγοντας ανοίγει η όρεξη» λένε και κάπου εκεί στον δεύτερο γύρο ήρθαν και τα πρώτα «μεγάλα αποτελέσματα» σε παιχνίδια εκτός έδρας. Καταφέραμε να πάρουμε μια πολύτιμη ισοπαλία στην Νίκαια με τον Ιωνικό όπου ανεβήκαμε με κάποιες απουσίες αλλά τελικά πήραμε το βαθμό και φέραμε άλλη μια στο Γέρακα απέναντι σε μια πολύ καλή ομάδα που είχε σαν στόχο την ανόδο. Ωστόσο μια κακή παρένθεση στην Καλαμάτα σε περίοδο καρναβαλιού όπου και εκεί πήγαμε με απουσίες έφερε και την πρώτη μας και τελικά μοναδική ήττα στο πρωτάθλημα. Κινδυνεύσαμε να χάσουμε την πρώτη θέση του ομίλου όμως με την νικη που κάναμε με τον ΟΦΗ στην Πάτρα και την ισοπαλία στον Ηλυσιακό σε συνδυασμό με την ήττα του Γέρακα στη Χίο, κλειδωσαμε την πρώτη θέση και το απόλυτο πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφ.
Ότι και να γινόταν στα πλέι οφ η ομάδα ήταν ήδη επιτυχημένη. Είχαμε πετύχει τον αρχικό μας στόχο και με το παραπάνω και πλέον παίζαμε κάθε παιχνίδι χωρίς άγχος και για να το χαρούμε. Συνήθως στα πλέι οφ και στα πλέι αουτ αντίστοιχα, συμβαίνει το αντίθετο. Εκεί είναι που σε κατακλύζει το άγχος γιατί κρίνεται το βήμα για την Α1 ή τον υποβιβασμό αντίστοιχα. Εμείς ήμασταν πιο ήρεμοι πνευματικά. Ενδεικτικό είναι ότι δεν χάσαμε ούτε ένα παιχνίδι σε αυτή την διαδικασία. Αρχικά αντιμετωπίσαμε την Ηλιουπολη, μία πολύ καλά δουλεμένη ομάδα όπου κάναμε το 2-0 και βρεθήκαμε στους ημιτελικούς της κατηγορίας αλλά επι της ουσίας τελικούς. Εκεί αντιμετωπίσαμε τον Άρη Θεσσαλονίκης μια ομάδα που από πέρυσι έχει θέσει στόχο ξεκάθαρα την άνοδο στην Α1. Εκεί που είχαμε φτάσει, βλέπαμε τα σαλόνια της Α1 πολύ κοντα και το μόνο που περνούσε από μυαλό μας ήταν η νικη. Είμασταν όλοι διψασμένοι. Ονειρευόμασταν τα βράδια φάσεις από τους 2 ή αν χρειάζονταν τους 3 τελικούς. Πηγαίναμε για φαγητό και συζητάγαμε μεταξύ μας πως θα ήταν οι στιγμές που θα πανηγυρίζαμε την άνοδο. Ήταν μια μοναδική ευκαιρία και θέλαμε όσο τίποτα να την αρπάξουμε. Είχαμε φτάσει στον σταθμό του τρένου, αυτό που απόμενε ήταν να μπούμε μέσα.
Τελικά τα καταφέραμε αλλά έχουμε ακόμα ένα ακόμα παιχνίδι, ένα ακόμα στόχο που δεν είναι άλλος από την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Πανηγυρίσαμε όσο έπρεπε αλλά πιάνουμε πάλι δουλειά για να προετοιμαστούμε για τον τελικό
Προσωπικά νομίζω ήταν η καλύτερη μου χρονιά μέχρι τώρα. Είχα την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσω σε μια αντρική ομάδα κάτι που ελάχιστοι κάνουν σε αυτή την ηλικία. Τα γκολ που πέτυχα και οι προσωπικοί στόχοι που κατέκτησα είναι κάτι που περνάει μέσα από την ομάδα. Για να βάλω εγώ τα γκολ έπρεπε κάποιος να δώσει την τελική πάσα, έπρεπε πρώτα να βγάλουμε όλοι μαζί μια καλή άμυνα. Το πόλο είναι ένα ομαδικό άθλημα και πιστεύω όλοι οι προσωπικοί στόχοι ενός αθλητή περνάνε μέσα από την ομάδα. Για μένα δεν θα είχε αξία κανένα από τα γκολ μου αν η ομάδα είχε αποτύχει. Μπορεί ένας αθλητής να βάλει 10 γκολ και η ομάδα του να χάσει 11-10. Για μένα αυτό δεν είναι ικανοποίηση. Ό,τι κάνω, το κάνω για να βοηθήσω και ‘γω όσο μπορώ από μέρος μου την ομάδα. Νιώθω ευγνώμων που είχα την τιμή να είμαι μέλος αυτής της οικογένειας. Και λέω οικογένεια και το εννοώ πραγματικά . Οι «μεγάλοι» της ομάδας μας είχαν σαν τους μικρούς τους αδελφούς και πάντα μας βοηθούσαν να λύσουμε και εξωαγωνιστικά θέματα που μπορεί να μας απασχολούσαν. Ήταν πραγματικά μια μοναδική χρόνια και εύχομαι πραγματικά στον κάθε αθλητή να έχει την ευκαιρία να βρεθεί κάποια στιγμή στην καριέρα του σε μια τέτοια «οικογένεια».
Υπάρχουν πολλές ιστορίες που θα μπορούσα να αναφέρω και να πω αλλά καλό είναι – όπως έλεγαν και οι αρχαίοι – τα εν οίκω μη εν δημω. Θέλω να ευχαριστήσω ξεχωριστά όλους τους συναθλητές μου που μου χάρισαν στιγμές που θα μείνουν ανεξίτηλες στην μνήμη μου. Τους προπονητές μου Μάκη Λυκουδη και Χρήστο Αργυροπουλο. Τέλος ένα ευχαριστώ στους γυμναστές μου Δημήτρη Καντά, Κώστα Λαψάνη και Αλέξη Γκότση.»