Γνωρίζουμε πολλούς αθλητές/αθλήτριες νεαρής ηλικίας ή και μετά την ενηλικίωση που αντιμετωπίζουν προβλήματα αυτοπεποίθησης, ενώ αρκετά από αυτά τα παιδιά βρέθηκαν σε δύνη όταν κάποιος, συνήθως τυχαίος, στάθηκε μπροστά τους και τους είπε ότι δεν είναι αρκετά καλοί για το άθλημα που αγαπάνε, ότι δεν έχουν την απαραίτητη δύναμη, τα κατάλληλα σωματικά προσόντα.
Βρέθηκαν κάποιοι που δεν αντιλήφθηκαν ποτέ τον προσωπικό κόπο αυτών των αθλητών για να ξεπεράσουν τα όριά τους και το κατάφεραν.
Στο τέλος δεν έχει σημασία αν τους έπεισες, αλλά το αν έφτασες όπου δεν πίστευες ότι μπορούσες.
Διάβασε το γράμμα του εμβληματικού αρχηγού, του πρώην ποδοσφαιριστή της Μπαρτσελόνα, συνώνυμο του πάθους, Κάρλες Πουγιόλ και συνέχισε να ονειρεύεσαι. Μην αφήσεις ποτέ κανέναν να σε σταματήσει από αυτό που αγαπάς.
Κάρλες Πουγιόλ – Πρώην αρχηγός της ποδοσφαιρικής Μπαρτσελόνα:
«Κατάγομαι από ένα χωριό τριών χιλιάδων ψυχών, ξεχασμένο από τον Θεό, ονομάζεται Πλότα. Περίπου το 90 % του πληθυσμού ανήκει στο εργατικό δυναμικό του εργοστασίου lleida. Κατά τη δεκαετία του ’80, οι μέγιστες προσδοκίες για έναν νεαρό, ήταν να γίνει επικεφαλής του τμήματος ή λογιστής στο εργοστάσιο. Η Κυριακή, ήταν η μέρα που όλοι ξεκουραζόμασταν. Το πρωί εκκλησία και το απόγευμα έβλεπα την Μπαρτσελόνα. Ήταν σε ένα από εκείνα τα απογεύματα που ερωτεύτηκα αυτή την ομάδα.
Ήμουν στον καναπέ με τον πατέρα μου, και η Μπαρσελόνα έχανε από την Βαλένθια με 2-1, γύρισα και του είπα, ” Μπαμπά, όταν μεγαλώσω θα γίνω παίκτης της Μπάρσα.”
Είπε, ” είναι καλό να ονειρεύεσαι, αλλά συνέχισε να μελετάς.” Από εκείνη τη μέρα πήρα τα λόγια του πατέρα μου ως πρόκληση. Δεν υπήρχε χρόνος να σκεφτώ κάτι άλλο. Στις προπονήσεις μου έλεγαν ότι δεν ήμουν καλός, στην πραγματικότητα με έβαζαν τερματοφύλακα και μια μέρα, χάρη σε ένα χτύπημα στον ώμο μου μπηκα στο κεντρο. Πάντα έλεγαν ότι δεν μπορώ να παίξω και δεν αξίζω πολλά. Δεν είχα το δικαίωμα να ονειρευτώ. Ήμουν πολύ αδύνατος και δεν είχα δύναμη στα πόδια μου.
Πήγαινα σπίτι κάθε φορά λυπημένος.
Μια μέρα, όμως, άλλαξα ριζικά τη σκέψη μου. Άφησα το σχολικό ποδόσφαιρο και κάθε απόγευμα έτρεχα στους λόφους της πόλης μου για να μεγαλώσουν οι μύες στα πόδια μου. Την πρώτη φορά 2 χιλιόμετρα, μετά 4 χιλιόμετρα και μετά έτρεχα μέχρι το ψηλότερο σημείο, μέχρι την κορυφή. Όταν έβλεπα ανθρώπους να οδηγούν προσπαθούσα να τους ανταγωνίζομαι.
Ήμουν 16 χρονών, φωνάζω στον πατέρα μου ότι με πήραν. Θα έχω σπίτι στην Βαρκελώνη. Ήταν η μόνη φορά που τον ειδα να κλαίει. Άρχισα να παίζω για την Μπαρτσελονα C, εκεί τους είδα όλους. Είδα ποδοσφαιριστές καλύτερους από μένα, φαινόμενα, αλλά πολλές φορές δεν έρχονταν στην προπόνηση. Αυτοί ποτέ δεν έπαιξαν πουθενά, πέρα από την Μπαρτσελονα C. Δεν έχω χάσει ποτέ προπόνηση, ούτε μια μέρα σε όλη μου τη ζωή, γιατί ήξερα ότι έπρεπε να τρέχω περισσότερο. Δεν είχα τεχνική και έπρεπε να συγκεντρωθώ περισσότερο στη σωματική μου δύναμη.
Πάντα πεινούσα για τις νίκες. Ζω όμως για το παιχνίδι όχι για τη νίκη. Για την έξαψη της μάχης. Το σημαντικό είναι ο ανταγωνισμός.
Θα τρέξω στους λόφους και πάλι σήμερα, και θα θυμάμαι το ξεκίνημα μου. Όλα ξεκίνησαν εκεί.
Πολλοί άνθρωποι μου λένε “πώς μπορείς και συνεχίζεις την προπόνηση σήμερα;”
Πάντα λέω όμως να συνεχίσω να εξασκούμαι και στα εβδομήντα μου χρόνια. Δεν θα σταματήσω για να κάθομαι σε έναν καναπέ και δεν θέλω να είμαι έτσι. Θέλω να συνεχίσω να είμαι ανταγωνιστικός. Δεν μπορώ να ανταγωνίζομαι με άλλους πια, αλλά θα έρχομαι αντιμέτωπος με τον ίδιο μου τον εαυτό..»!
Κάρλες Πουγιόλ