«Η Αθλητική Ψυχολογία είναι ένας ιδιαίτερος κλάδος της ψυχολογικής επιστήμης, γιατί αντιμετωπίζει ιδιαίτερους ανθρώπους. Αντιμετωπίζει πρωταθλητές με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, ξεχωριστή προσωπικότητα αλλά και, σπάνιες ικανότητες, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα στρεσογόνες αλλά και μεγαλειώδεις καταστάσεις κατά τη διάρκεια της καριέρας τους».
Η αλήθεια είναι πως ως απλοί παρατηρητές ή ακόμα και γνώστες, εστιάζουμε καμιά φορά μονάχα στις νίκες, τις ήττες, τα γκολ και τα τρόπαια. Μονάχα στο προφανές. Σήμερα, προσπαθήσαμε με την βοήθεια αθλητών και ειδικών, να δούμε πίσω από όλο αυτό. Να μάθουμε την σκληρή πραγματικότητα ενός πρωταθλητή ή μιας πρωταθλήτριας του υγρού στίβου, τις σκέψεις που τους διακατέχουν καθημερινά, τις πνευματικές αντιξοότητες που κρύβονται πίσω από μια αξιοζήλευτη μεν πορεία, γεμάτη θυσίες και στερήσεις δε. Δεν θα μιλήσουμε τόσο για την πρακτική πλευρά των πραγμάτων, δηλαδή τις πολύωρες προπονήσεις, τον μειωμένο εξω-αγωνιστικό χρόνο των αθλητών ή την συνεχή κόπωση – θεωρούμε πως αυτές οι πτυχές του πρωταθλητισμού είναι ήδη γνωστές στο ευρύ κοινό και την κοινωνία. Η αθλητική ψυχολόγος που θα δείτε να προσφέρει τις πολύτιμες γνώσεις της στο παρόν θεματικό άρθρο – Κωνσταντίνα Παρίδη – εξηγεί πως, ο κλάδος αυτός της ψυχολογίας δεν εστιάζει μόνο στο αθλητικό κομμάτι. Λαμβάνει υπόψιν της τον αθλητή σαν ένα «όλο», εξετάζοντας τις πτυχές της προσωπικότητάς του, την προσωπική του ζωή κλπ, εντάσσοντας έπειτα όλα αυτά τα στοιχεία στην αθλητική του καριέρα με στόχο την ισορροπία όλων αυτών των παραγόντων. Η αθλητική ψυχολογία δεν απομονώνει το πεδίο της μόνο στην προπόνηση ή τους αγώνες.
Η ομάδα του #Aquafeed24 θέλησε να δώσει μια επιστημονική διάσταση στο σημαντικό θέμα της αθλητικής ψυχολογίας, προκειμένου να αναγνωριστεί το ιδιαίτερο πνευματικό υπόβαθρο που πρέπει να αναπτύξει ένας αθλητής / αθλήτρια του υψηλότερου επιπέδου, ώστε να ανταπεξέλθει κατάλληλα και με διάρκεια σε μια πολυετή πορεία ή καριέρα.
Η Αθλητική Ψυχολογία έχει ως βασικό στόχο της, την ανάπτυξη πνευματικής και ψυχολογικής διάστασης των αθλητών καθώς και την ενδυνάμωση πνευματικής τους ετοιμότητας και δύναμης (mental readiness & mental strength), ώστε να αξιοποιηθούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό οι ικανότητές τους.
Ο κλάδος της επίσης, ασχολείται με τους ψυχολογικούς και πνευματικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη συμμετοχή και απόδοση στα ομαδικά σπορ (και την άσκηση) ακόμα και σε ερασιτεχνικά επίπεδα, τα αποτελέσματα της ενασχόλησης με τον αθλητισμό σε ψυχολογικό επίπεδο ενώ αναλαμβάνουν το σχεδιασμό προγραμμάτων και παρεμβάσεων που μπορούν να ενισχύσουν την απόδοση, τη συμμετοχή και την προσωπική ανάπτυξη των αθλητών. Η Αθλητική Ψυχολογία πλέον έχει βγει από τα εργαστήρια και τις πανεπιστημιακές αίθουσες και κερδίζει συνεχώς έδαφος στον αθλητικό χώρο κάτι που αποδεικνύεται από τον όλο και αυξανόμενο αριθμό των προπονητών και αθλητών που αναζητούν τους επαγγελματίες του χώρου και συμμετέχουν σε προγράμματα Αθλητικής Ψυχολογίας.
Ένα τόσο πολυδιάστατο θέμα, δεν μπορεί να αποτυπωθεί εξ ολοκλήρου σε ένα άρθρο ή σε μία μακροσκελή συνέντευξη. Παρόλα αυτά, ύστερα από αρκετή δουλειά, έρευνα και ουσιαστικές συζητήσεις με την διεθνή παίκτρια Έλενα Ξενάκη και την αθλητική ψυχολόγο Κωνσταντίνα Παρίδη, σας παρουσιάζουμε το 1ο μέρος του “Αθλητική Ψυχολογία: «Η άβυσσος του πρωταθλητή»”. Η επιστημονική και επαγγελματική ματιά της Κωνσταντίνας Παρίδη – απόφοιτη του Πάντειου Πανεπιστημίου, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Halmstad University της Σουηδίας – μας διαφωτίζει στο να αντιληφθούμε και να ερμηνεύσουμε καλύτερα την πλέον διαμορφωμένη προσωπικότητα των πρωταθλητών, λαμβάνοντας υπόψιν τα «αγωνιστικά» ερεθίσματα χρόνων και τις συνήθειες που ανέπτυξαν – εν προκειμένω – γύρω από την υδατοσφαίριση. Η Κωνσταντίνα Παρίδη μας εξήγησε συνοπτικά την «γέννηση» του άγχους / στρες γενικότερα και ειδικότερα στις μικρές ηλικίες, αναφέροντας ότι το άγχος πρέπει να υπάρχει σε έναν αθλητή, σε έναν βαθμό ισορροπίας φυσικά.
Αν δεν υπάρχει το άγχος, ο αθλητής δεν μπορεί να βρίσκεται σε μια εγρήγορση, θα λέγαμε. Το άγχος ωθεί τον αθλητή / αθλήτρια σε μια κατάσταση που θα μπορεί να ανταποκριθεί σε μια ένταση, η οποία ενδεχομένως να είναι γόνιμη ή ωφέλιμη. Αν απεικονίζαμε διαγραμματικά την καμπύλη του άγχους θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα, ότι το «σημείο» μας κάθε φορά πρέπει να είναι τέτοιο, ώστε να είναι παραγωγικό. Αν υπολείπεται ή είναι υπερβολικό, τότε οδηγούμαστε σε κατάπτωση (μικρής, μεγάλης ή πολύ μεγάλης κλίμακας). Το άγχος είναι κινητήριο κατά κάποιον τρόπο. Η πρόκληση δε του άγχους είναι εξατομικευμένη και σχετίζεται άμεσα με τον βαθμό στον οποίο έχει επενδύσει κανείς σε κάτι. Όσο περισσότερο επενδύουμε σε ένα άθλημα, σε μια συνήθεια κλπ, είναι απόλυτα φυσιολογικό το να έχεις προσδοκίες άρα και άγχος. Θα ήταν παράλογο να έχεις άγχος για κάτι στο οποίο δεν έχεις επενδύσει, ακόμα και σε πολύ μικρές ηλικίες. Όσον αφορά τα παιδιά, ισχύει το ίδιο στο κομμάτι της επένδυσης, όταν οι μικροί αθλητές προπονούνται καθημερινά και αναπτύσσουν προσδοκίες και – προσωπικές φιλοδοξίες / στόχους, ενώ σαν παράγοντας περιλαμβάνεται και η οικογένεια, αν για παράδειγμα δημιουργείται πίεση στο παιδί ή αντίστοιχα ο εκάστοτε προπονητής.
Συνεχίζοντας, η κ. Παρίδη ερμήνευσε συνοπτικά ορισμένα στοιχεία που ανέφερε και η Έλενα Ξενάκη, στον τομέα του στρες – προπόνησης, στρες – αγώνα αλλά και σχετικά με τον «φόβο της αποτυχίας». Η ρουτίνα ενός αθλητή / αθλήτριας αποτελεί κομβικό στοιχείο για την αποβολή του στρες και ορίζεται μέσες άκρες ως ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο που ακολουθείται πριν από κάθε αγώνα ή πριν από κάθε προπόνηση, το οποίο μας φέρνει σε μια συνθήκη εξοικείωσης, σε ένα γνώριμο περιβάλλον / κατάσταση. Έτσι, η ταχυκαρδία μειώνεται, όπως και το άγχος, η πίεση, η ένταση κλπ. Εκτός αυτού, εγκεφαλικά ο αθλητής / αθλήτρια χαλαρώνει, οι σωματικοί ρυθμοί «πέφτουν» και η προσοχή του αποσπάται από το εκάστοτε στρεσογόνο ερέθισμα, εστιάζοντας σε κάτι «οικείο». Σύμφωνα με την αθλητική ψυχολόγο που συνεργαστήκαμε, ο φόβος της αποτυχίας είναι γνώρισμα που συναντάται σε όλον τον κόσμο – προφανώς, σε κανέναν δεν αρέσει να αποτυγχάνει. Το θέμα είναι να εντοπίσουμε σε τι βαθμό επηρεάζει τον κάθε πρωταθλητή, γιατί πολλές φορές θα συναντήσουμε περιπτώσεις που ο φόβος καταβάλλει τον αθλητή, τόσο που να μην προσπαθεί καν. Βέβαια, ο φόβος αποτυχίας είναι εξίσου πιθανό να είναι πλέον μια διαχειρίσιμη κατάσταση για κάποιον που κάνει πρωταθλητισμό, ή ένα ακόμα παράδειγμα είναι αυτό του φόβου για καριέρα στο εξωτερικό.
Η αθλητική ψυχολογία επεκτείνεται ακόμα, στους τρόπους με τους οποίους το ανθρώπινο μυαλό μπορεί είτε να δώσει την απαιτούμενη επιπλέον ώθηση στον αθλητή ή να επιβάλλει μια κατάσταση «αυθυποβολής». Η αρνητική σκέψη γενικά συνάδει σε μεγάλο βαθμό με το άγχος, σύμφωνα με την κ. Παρίδη. Αν ένας αθλητής δηλαδή, σε συνθήκες άγχους υιοθετεί καταστροφικές σκέψεις, είναι επόμενο να επέλθει και η νοητική κατάπτωση. Ακόμη, η αρνητική σκέψη σχετίζεται και με την αυτοπεποίθηση του αθλητή / αθλήτριας εκείνη την περίοδο – αν διανύει μια δύσκολη εξω-αγωνιστική κατάσταση, αυτό επηρεάζει την αυτοπεποίθηση ή αυτοεκτίμησή του και ο ίδιος μπορεί να αμφισβητεί τον εαυτό του. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό το φαινόμενο; Η Κωνσταντίνα Παρίδη αναφέρει την τεχνική του “Mindfulness” ή αλλιώς “Ενσυνειδητότητα” – μια κατάσταση όπου εστιάζεις στο περιβάλλον σου σε τέτοιο βαθμό που αγνοείς την (αρνητική) σκέψη σου. Ακόμη, η “Διάσπαση Προσοχής” είναι η διαδικασία που οι ίδιοι εστιάζουμε σε κάτι άλλο και αποσπάμε την σκέψη μας, καθώς και η “Νοητική Απεικόνιση” σε ένα σημείο ή εικόνα που προκαλεί ευφορία είναι εξίσου αποτελεσματική ως τρόπος αντιμετώπισης των αρνητικών σκέψεων (επιπλέον, Τεχνική Γείωσης).
Τέλος, θίξαμε με την κ. Παρίδη το φαινόμενο του “burnout” σε αθλητές υψηλού επιπέδου. Μια πολύ συνηθισμένη κατάσταση, η οποία δίνει και σημάδια κατάθλιψης. Ο χρόνος ανάκαμψης ενός αθλητή μετά από ένα burnout, δεν είναι μια γρήγορη διαδικασία… ανάλογα την περίπτωση, τις συνθήκες και τον αθλητή, απαιτούνται ακόμα και μήνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το “burnout” αφορά την πνευματική διάσταση του ατόμου – η σωματική δεν σχετίζεται απαραίτητα με αυτό το φαινόμενο, όμως η εξάντληση είναι ένα γενικό συναίσθημα που επικρατεί σε αυτή την συνθήκη. Ο αθλητής αισθάνεται ότι έχει μειωμένες αντοχές, υπνηλία, είναι ευέξαπτος κλπ. ή ακόμη, μπορεί και να παρουσιάσει ψυχοσωματικά προβλήματα λόγω στρες (τραυματισμούς, ασθένεια).
«Δεν γνωρίζουμε αν κάποιος έγινε πρωταθλητής επειδή είναι τελειομανής ή αν είναι τελειομανής επειδή κάνει πρωταθλητισμό»,
…τόνισε κλείνοντας η Κωνσταντίνα Παρίδη.
Πάμε να δούμε την οπτική της Έλενας Ξενάκη…
(Ευχαριστούμε θερμά το Mardi Coffee & Wine-bar στον Πειραιά, για την φιλοξενία της συνέντευξης).
«Ξεκίνησα να κάνω πρωταθλητισμό από το 2008-2009 περίπου. Τότε ήταν που ξεκίνησα να κάνω κάθε μέρα προπόνηση πολύ συστηματικά. Η πρώτη μου επαφή με το άθλημα ήταν στον Εθνικό Πειραιά, αλλά πρωταθλητισμό ξεκίνησα στο Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης».
«Τον πρώτο μου χρόνο στην Βουλιαγμένη ήμουν ακόμα “παιδάκι”. Πολύ γρήγορα όμως, εξελίχθηκα, έπαιζα και σε μεγαλύτερες ηλικιακές κατηγορίες και υπήρξαν αργότερα και μέρες που έκανα διπλή προπόνηση, διότι τελείωνα την μία και καθόμουν αμέσως μετά με την μεγαλύτερη ομάδα. Αντίστοιχα όταν εντάχθηκα στην μεγαλύτερη ομάδα, έκανα προπόνηση “καπάκι” με τις γυναίκες… Έκανα δηλαδή προπόνηση από τις 17:00 έως τις 21:00 περίπου», ξεκίνησε την κουβέντα μας η Έλενα Ξενάκη.
Σχετικά με το άγχος στις μικρές ηλικίες και το στρες της πολύωρης προπόνησης σαν «παιδί», η Έλενα μας μίλησε για τα πρώτα της βήματα στην Εθνική Ομάδα, τα ξέγνοιαστα καλοκαίρια που «σταμάτησαν» στα 14 της.
«Υπήρξαν πολλές φορές που ένιωσα ένα πρωτόγνωρο στρες και άγχος. Ειδικότερα όταν εντάχθηκα στην Εθνική ομάδα και ξαφνικά – από εκεί που ήμουν ένα παιδί και έκανα ότι έκανε ένα κορίτσι της ηλικίας μου – βρέθηκα με πολλές αθλητικές υποχρεώσεις, κάνοντας πράγματα που έκαναν μεγαλύτερα παιδιά, ακόμα και ενήλικες. Ήταν ένα μεγάλο σοκ για μένα αυτή η μετάβαση. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα… Την πρώτη χρονιά που εντάχθηκα στην Εθνική ομάδα, ουσιαστικά έκανα μόνο προπονήσεις, δεν συμμετείχα στις διεθνείς διοργανώσεις, όμως πήγαινα κανονικά στα καμπ προετοιμασίας και δούλευα πολύ ώστε να είμαι σε ένα πολύ καλό επίπεδο για τις επόμενες χρονιές. Είχα συνηθίσει λοιπόν, να περνάω τις καλοκαιρινές μου διακοπές στην Κέρκυρα, με την γιαγιά και τον παππού, ξένοιαστα όπως ένα παιδάκι. Ξαφνικά όμως ένα καλοκαίρι βρέθηκα, να στερούμαι τις διακοπές μου, να προπονούμαι με αθλήτριες πολύ υψηλού επιπέδου τότε (Χριστίνα Τσουκαλά κλπ) και γενικότερα να μην κάνω ότι έκανε ένα παιδί το καλοκαίρι… Θυμάμαι τότε να λέω στον μπαμπά μου: «Δεν αντέχω άλλο»… Και ήταν μόλις η πρώτη μου χρονιά – ήμουν 14 χρονών τότε»,
Ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο για τους αθλητές και αθλήτριες του υψηλότερου επιπέδου, αλλά όχι ευρέως γνωστό… «Η πίεση που ασκούμε οι ίδιοι στον εαυτό μας και η “τελειομανία” του πρωταθλητή».
«Πιστεύω πως όταν μπαίνεις στην νοοτροπία αυτή, εξελίσσεσαι και σου αρέσει αυτό που κάνεις, τόσο “πουσάρεις” τον εαυτό σου. Ακόμα και σε μικρή ηλικία. Τις θυσίες που έκανα ως έφηβη, τις αντιλαμβάνομαι τώρα… Υπάρχουν πάρα πολλοί παράγοντες που σε πάνε μπροστά στον πρωταθλητισμό, αλλά και πάρα πολλά πράγματα που σε πάνε πίσω. Για παράδειγμα: είμαι πλέον 25 χρονών και σκέφτομαι συχνά… “ως πότε θα παίζω; τι θα κάνω μετά;”. Είναι κι αυτό ένα κομμάτι της ζωής που μετά από μια ηλικία ξεκινάς και το σκέφτεσαι, παρόλο που αυτό που κάνεις αυτή την στιγμή σου αρέσει και δεν θέλεις να το σταματήσεις, είσαι πολύ καλός σε αυτό!
Από την άλλη επίσης σκέφτεσαι, ότι να ας πούμε στην περίπτωσή μου – εγώ μέχρι τα 18 πήγαινα – δεν πήγαινα σχολείο. Τα εφόδια που έχω αποκτήσει είναι αποκλειστικά από το πόλο… το να είμαι πολύ πειθαρχημένη, να είμαι τυπική και σωστή απέναντι σε μια σειρά ανθρώπων, να μην αργοπορώ, να μην λέω “πονάω” ή “είμαι κουρασμένη” κ.ο.κ. Αυτά είναι πολύτιμα εφόδια για να πορευτείς στην ζωή σου, αλλά από εκεί και πέρα τι…; Εγώ ξεκίνησα από πολύ νωρίς να έχω αυτές τις ανησυχίες».
Θα μπορούσε ο πρωταθλητισμός να έχει μια διαφορετική νοοτροπία; Να έχει ο πρωταθλητής περισσότερο χώρο για κοινωνική ζωή, ακαδημαϊκά εφόδια κλπ;
«Όχι, δεν θα μπορούσε. Όπως το σκέφτομαι εγώ: κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις. Αν, για οποιονδήποτε λόγο, αυτό που επιλέγεις να κάνεις δεν το κάνεις στο 100% και με απόλυτη προσήλωση, δεν θα είσαι αυτός που θες. Ο πρωταθλητισμός είναι για να φτάνεις στο 100% των ικανοτήτων σου και – πέρα από το θέμα της πειθαρχίας – είναι για πάρα πολύ λίγους. Αν λοιπόν, δεν το κάνεις στο 100% δεν θα είσαι ευχαριστημένος με τον εαυτό σου, δεν θα προχωρήσεις και στο τέλος, δεν θα είσαι σε τίποτα καλός. Είτε αυτό το κάτι άλλο λέγεται σχολείο, σπουδές κλπ. Δεν θα είσαι ούτε στην προπόνηση, ούτε στα παιχνίδια καλός.
Η κοινωνική ζωή είναι ένα άλλο κομμάτι. Εγώ για παράδειγμα δεν έκανα ποτέ φίλους στο σχολείο. Γιατί; Γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν το πρόγραμμά μου. Γιατί εκείνοι μπορούσαν μετά το σχολείο να μαζευτούν σε ένα σπίτι, να παίξουν, να χαζέψουν, να διαβάσουνε κι εγώ έπρεπε: να έρθει η μαμά μου, να μου έχει φαγητό στο αυτοκίνητο για να φάω, να πάω σπίτι να διαβάσω και σε μία ώρα να φύγω για προπόνηση. Το πρόγραμμα ενός πρωταθλητή είναι τόσο συμπυκνωμένο. Ακόμα και τα Σαββατοκύριακα, τύχαιναν ΣΚ με ηλικιακά πρωταθλήματα που είχα δύο αγώνες την ημέρα – ουσιαστικά ήμουν όλη μέρα στην πισίνα. Αλλά… όλοι μου οι φίλοι είναι από εκεί, οι σχέσεις ζωής μου είναι από εκεί. Επομένως, η κοινωνική σου ζωή περιστρέφεται από το άθλημα με το οποίο ασχολείσαι και όχι απαραίτητα από τον εξω-αγωνιστικό σου κύκλο».
Ο απώτερος σκοπός του «μπόνους» για την εισαγωγή σε πανεπιστήμιο και η πίεση των γονέων στα μικρά παιδιά σχετικά με τον πρωταθλητισμό…
«Αυτοί οι γονείς στο τέλος κάνουν κακό στο παιδί τους. Δηλαδή: οι πιθανότητες για ένα παιδί να συνεχίσει τον πρωταθλητισμό, όταν το ίδιο το άθλημα τον “αγκαλιάσει” στο υψηλότερο επίπεδο, είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνο το παιδί που μπήκε στον πρωταθλητισμό με απώτερο σκοπό το “μπόνους” ή την έμμεση πίεση ενός γονέα που μπορεί να είναι οικείος στο άθλημα, αλλά δεν εκπλήρωσε ποτέ τους δικούς του στόχους. Φυσικά, μεγαλώνοντας ένα παιδί, όταν φτάσει σε μια καλή ηλικία όπου θα παίρνει μόνο του αποφάσεις, μπορεί να πει ότι… “ως εδώ! Το έκανα, το δοκίμασα, φτάνει”. Όλη αυτή η νοοτροπία κάνει και κακό στην ιδιοσυγκρασία του παιδιού πιστεύω…».
Πώς ένας αθλητής δουλεύει με τον εαυτό του, χτίζει το πνευματικό του υπόβαθρο και φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο; Η Έλενα Ξενάκη μας τόνισε την ουσιαστική σημασία του να έχεις δίπλα σου τους κατάλληλους ανθρώπους, που σε στηρίζουν, δίνοντας παράλληλα την δική της ματιά στην διαχείριση της σύνδεσης ενός αθλητή με τα κατορθώματα ή τις διακρίσεις του.
«Το παν είναι να έχεις ανθρώπους δίπλα σου. Ανθρώπους που σε βοηθάνε και σε στηρίζουν και εννοώ πρωτίστως την οικογένεια, γιατί εγώ είχα την οικογένεια μου δίπλα μου σε όλο αυτό – σαν οικογένεια έχουμε πολύ γερά θεμέλια. Από εκεί και πέρα, για άλλους αθλητές μπορεί η στήριξη αυτή να προέρχεται από έναν ψυχολόγο ή από άλλους ανθρώπους πέραν της οικογένειας. Για μένα παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο για το πνευματικό υπόβαθρο ενός αθλητή – πρωταθλητή, το ποιους έχει δίπλα του. Κι αυτό γιατί υπάρχουν πάρα πολλές στιγμές που φτάνεις στα άκρα σου, που θα πεις “μέχρι εδώ είμαι – τελείωσε”… και θέλεις κάποιον να σε πάρει από το χέρι, να σου θυμίσει τον στόχο σου (γιατί όλα για κάποιον στόχο γίνονται) με τον δικό του τρόπο, να σου θυμίσει τι έχεις καταφέρει, ποιος είσαι, γιατί βρίσκεσαι εδώ που είσαι… Για μένα αυτό είναι το πιο σημαντικό. Και για να μην τα βλέπω μονόπλευρα – θα προσθέσω τον ρόλο του προπονητή εδώ. Δεν είναι μόνο οι αγώνες, είναι πολλά παραπάνω…».
«Ένας αθλητής ο οποίος είναι υψηλού επιπέδου, ο κόσμος τον συνδέει κατά κάποιον τρόπο με αυτό. Δηλαδή, για τους ανθρώπους του χώρου αλλά και έξω, εγώ δεν είμαι η Έλενα – είμαι η “Ξενάκη”. Το να το διαχειριστείς αυτό – και ειδικά από μικρή ηλικία – θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο… το να σου αποδώσουν ένα κακό στοιχείο, αυτόματα σε χαρακτηρίζει εξ ολοκλήρου και σε ρίχνει. Προσωπικά, πιστεύω ότι όλα τα παιχνίδια που έχω παίξει στην ζωή μου έως τώρα είναι κακά, όλα. Πρέπει να έχω κάνει “παπάδες” μετά από ένα ματς για να βγω από το νερό και να πω στον εαυτό μου: “ντάξει… καλή ήμουν” και να είμαι ευχαριστημένη με την απόδοσή μου. Δεν πρέπει λοιπόν “τα μυαλά σου να πάρουν αέρα”, γι’ αυτό το ανέφερα αυτό. Το μυαλό μπορεί να φύγει από το στόχο, είτε επειδή είσαι πολύ καλός, είτε επειδή δεν είσαι καλός, έχεις κουραστεί, θες να τα παρατήσεις… εκεί λοιπόν χαλάει όλη η ουσία αυτού που κάνεις».
Είναι κάτι το ισορροπημένο ένας αθλητής / αθλήτρια να χαρακτηρίζεται από τα κατορθώματά του / της; Θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψιν και η ανθρώπινη διάσταση του κάθε ατόμου, πέρα από την αθλητική του ιδιότητα;
«Δεν είναι ισορροπημένο, όχι, παρόλο που συμβαίνει σε όλους τους αθλητές, όλων των σπορ. Υπάρχουν είδωλα – όπως πχ στο ποδόσφαιρο είναι ο Μέσι… Δεν είναι ίδια η εμβέλεια στον χώρο μας, αλλά καλώς ή κακώς αυτή είναι η μοίρα του αθλητή. Δεν είμαι κατά αυτού, απλά το θέμα είναι εσύ να είσαι δυνατός σαν άνθρωπος και να ξέρεις που πατάς, ώστε όταν βρεθείς εκτός αγωνιστικού χώρου να μπορείς να κάνεις τον άλλο να δει κάτι παραπάνω από την αθλητική σου ιδιότητα – κάτι παραπάνω από την “Ξενάκη”. Πρέπει από μόνος σου να δείχνεις τον χαρακτήρα σου – αυτή είναι η άποψή μου».
«Όταν είμαστε στους 200 σφυγμούς μέσα στο νερό, δεν κρίνεις… Είναι σημαντικό να βλέπουμε την ανθρώπινη πλευρά του καθένα μετά τον αγώνα, να μην βγαίνει ο κάθε αθλητής ή αθλήτρια και η πρώτη συζήτηση να είναι για το πόσο ωραία γκολ έβαλε σήμερα… Να αναπτύξουμε δηλαδή την ικανότητα να δει ο κόσμος τα υπόλοιπα στοιχεία του χαρακτήρα μας».
Το να γνωρίζει ο κόσμος καλύτερα τους πρωταθλητές και πρωταθλήτριες θα έβλαπτε;
«Δεν θα έβλαπτε σε καμία περίπτωση αυτό που κάνουμε, αν και πιστεύω είναι θέμα αθλητικής παιδείας που έχουμε στην Ελλάδα – αν μπορώ να το θέσω έτσι. Βέβαια, αν εκ των πραγμάτων κάποιος δεν σε γνωρίζει, δεν μπορεί να ξέρει και τι άνθρωπος είσαι. Πιστεύω μπορούν να γίνουν ενέργειες, ώστε να έρθει ο κόσμος πιο κοντά στους αθλητές. Θα είχε ενδιαφέρον».
Στρες προπόνησης, στρες αγώνα, φόβος αποτυχίας. Ένα τρίπτυχο το οποίο κρύβει πολλή πνευματική δουλειά και εμπειρία για τον κάθε αθλητή και αθλήτρια. Η Έλενα δίνει την δική της οπτική..
«Το στρες των προπονήσεων νομίζω “καταπολεμάται” με την εμπειρία. Όσο περνάει ο καιρός και μαζί τα παιχνίδια, αντιμετωπίζεις πιο εύκολα οποιοδήποτε είδος στρες. Πριν από οποιονδήποτε αγώνα φυσικά, υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες έχεις άγχος… πάντα νιώθεις λίγο την καρδιά σου να χτυπά πιο γρήγορα. Με το σφύριγμα της έναρξης αποβάλλεται το άγχος, είτε είσαι μέσα στο νερό, είτε είσαι στον πάγκο. Βέβαια αυτό δεν συμβαίνει και δεν ισχύει σε όλους. Προσωπικά, ενώ είμαι αγχωτική γενικά σαν άνθρωπος, στο μυαλό μου προσπαθώ να σκέφτομαι το τέλος – είναι κάτι που με κάνει να νιώθω πολύ ωραία. Το ότι δηλαδή θα τελειώσει ο αγώνας, θα έχουμε κερδίσει κλπ… το μετά, δηλαδή, πόσο ωραίο θα είναι. Οπότε αυτό είναι για μένα ένα κίνητρο για να παίξω καλά, να μπει καλά η ομάδα και λίγο να ξεχαστώ, γιατί σκέφτομαι το καλό αποτέλεσμα της υπόθεσης».
«Από ‘κει και πέρα, πέρσι που έκανα την μεγάλη αλλαγή για μένα και ήρθα στον Ολυμπιακό – ενώ ήξερα όλες τις παίκτριες και τον προπονητή, χωρίς να έχω συνεργαστεί ξανά μαζί του – ήταν ένα πολύ μεγάλο βήμα για μένα, με πολλά σκαμπανεβάσματα στην ψυχολογία μου… Για το αν κάνω το σωστό βήμα, αν θα είμαι η ίδια, αν θα είναι ίδιος ο ρόλος μου, αν θα χάσω την προσωπικότητά μου… γιατί καλώς ή κακώς στην Βουλιαγμένη ήμουν μια ζωή. Εκεί γαλουχήθηκα, εκεί έγινα παίκτρια. Όμως ένας μεγάλος αθλητής – ένας αθλητής υψηλού επιπέδου, θεωρώ ότι πρέπει να έχει την ωριμότητα να προσαρμόζεται στις καταστάσεις που προκύπτουν. Εμένα λοιπόν αυτή η διαδικασία της αλλαγής με ωρίμασε πάρα πολύ και θεώρησα ότι ήμουν αρκετά έτοιμη για να αντέξω αυτή την αλλαγή (μου είχαν γίνει κι άλλες προτάσεις στο παρελθόν να φύγω από την Βουλιαγμένη). Για μένα η Βουλιαγμένη είναι το σπίτι μου, ωστόσο όταν άλλαξα ομάδα δεν είχα τον φόβο του “που πάω…(;)”».
«Την αποτυχία την φοβάμαι, την φοβάμαι πάρα πολύ. Την φοβόμουν πάντα και όσο μεγαλώνω την φοβάμαι ακόμα πιο πολύ. Δεν φοβάμαι όμως τον ανταγωνισμό! Νομίζω ότι αυτό είναι που μου δίνει ώθηση. Όταν έχεις έναν καλό “ανταγωνιστή” – έναν ισάξιο παίκτη με εσένα, προσπαθείς συνέχεια να βελτιώνεσαι, να δουλεύεις σκληρά… δεν επαναπαύεσαι ποτέ ότι “είμαι εγώ και καμία άλλη”. Αυτό δεν σε αφήνει να αποτύχεις. Παρόλα αυτά, έχουν υπάρξει πάρα πολλές φορές που έχω νιώσει αποτυχημένη – επειδή έκρινα εγώ τον εαυτό μου έτσι. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα στην πορεία μου ανθρώπους που να μου πουν κάτι τόσο βαρύ, αλλά επειδή εγώ είμαι πάρα πολύ σκληρή με τον εαυτό μου και παλεύω πάρα πολύ με τον εαυτό μου κάποιες στιγμές, νιώθω ότι αν όντως δεν μπορούσα να αντέξω την αποτυχία – δεν θα βρισκόμουν εδώ που είμαι τώρα».
«Σαν άνθρωποι έχουμε την τάση να τα βλέπουμε όλα “μαύρα”. Όμως υπάρχει κάτι μικρό μέσα σου που πηγαίνει κόντρα στον φόβο. Για παράδειγμα, έχουν υπάρξει παιχνίδια που έχω πει “δεν νιώθω καλά σήμερα, δεν θα παίξω καλά”. Το υποσυνείδητό μου όμως, λέει “σταμάτα! Θα παίξεις καλά, δεν ισχύει αυτό – είσαι η καλύτερη” – που μπορεί να μην το πιστεύω το ότι είμαι η καλύτερη στην συγκεκριμένη στιγμή, αλλά παλεύω τόσο πολύ με τον εαυτό μου, ώστε να αποβάλλω αυτές τις πρώτες σκέψεις. Πραγματικά θεωρώ ότι είναι όλα στο μυαλό μας και έχουμε απίστευτες ικανότητες και δύναμη μέσα μας. Και λέμε συνέχεια “δεν μπορώ, δεν μπορώ, δεν μπορώ…” (κι εγώ το λέω συχνά), δεν ισχύει, έχεις πολύ παραπάνω να δώσεις! Αυτό σκέφτομαι και μπορεί να λέω “δεν μπορώ” αλλά ταυτόχρονα έρχεται το “μπορώ”. Αφού το βλέπω και το ξέρω».
Για την διαφορετική τροπή που μπορούν να πάρουν οι σκέψεις μας και την «αυθυποβολή» που δημιουργούμε καμιά φορά…
«Μου έχει συμβεί να βρεθώ σε αυτή την κατάσταση για μια ολόκληρη χρονιά… Όχι απλά σε έναν αγώνα. Πάλευα πάρα πολύ εκείνη την χρονιά με τον εαυτό μου και σε κανένα παιχνίδι δεν ένιωθα καλά. Δεν ήταν κακές οι συγκυρίες, απλά τότε δεν είχα κάποιον να με “πουσάρει”… Κάποιον να με δει και να μου πει “δεν σε βλέπω καλά, τι συμβαίνει”; Θεωρώ ότι για την γυναικεία ψυχολογία στον πρωταθλητισμό, είναι πάρα πολύ σημαντικός ο προπονητής και οι άνθρωποι μέσα στην ομάδα. Όταν δίνουμε ώθηση η μία στην άλλη – είτε με λόγια, είτε στην προπόνηση – βλέπεις την επίδραση όλου αυτού στον άλλον. Βλέπεις ότι κάτι ανατρέπεται μέσα του, ένας “διακόπτης” που τον / την κάνει να προσπαθεί πιο πολύ. Θεωρώ ότι μία καλή κουβέντα μπορεί να κάνει πάρα πολλά σε μια γυναίκα αθλήτρια…».
«Θυμάμαι σε έναν αγώνα, εκείνης της χρονιάς που περιγράφω, ότι ενώ είχα μπει με καλή ψυχολογία, δεν μου βγήκε το παιχνίδι όπως ήθελα. Συμβαίνει σε όλους τους αθλητές. Θυμάμαι λοιπόν ότι είχαμε πάει καλά τότε, η ομάδα είχε κερδίσει και είχα βγει έξω μετά τον αγώνα και έκλαιγα – έκλαιγα με “μαύρο δάκρυ”. Ντρεπόμουν που έκλαιγα, διότι είχαμε κερδίσει αλλά δεν μπορούσα και να το ελέγξω, γιατί ήμουν τόσο απογοητευμένη με τον εαυτό μου… Ήταν κάτι αυθόρμητο, δεν μπορούμε να ελέγξουμε και όλα τα συναισθήματά μας, όμως εκείνη την στιγμή ένιωσα ότι “κάτι δεν πάει καλά”. Ότι πρέπει λίγο να το πάρω αλλιώς, αλλιώς θα τρελαθώ… Από τότε είπα ότι αν σε κάποιο παιχνίδι ξεκινάω και βλέπω ότι δεν πάω καλά, δεν θα βγαίνω έξω – στο πρώτο οκτάλεπτο – να λέω “δεν μπορώ να παίξω, δεν είμαι καλά κλπ”. Θα βγαίνω, θα ηρεμώ και θα ξαναμπαίνω μέσα σαν να το παίρνω από την αρχή – σαν reset. Αυτό προσπαθώ να κάνω μέχρι και σήμερα… Από εκείνη την ημέρα, αυτός είναι ο στόχος, δεν το καταφέρνω πάντα, αλλά το εξασκώ και εξελίσσω».
«Για να είμαι ειλικρινής, όλους αυτούς τους προβληματισμούς και τις ανασφάλειες, τα απέκτησα αφού ενηλικιώθηκα. Δηλαδή, όταν ξεκίνησα να νιώθω ότι έχω μεγαλώσει και ότι έχω ευθύνες. Ευθύνες απέναντι στον σύλλογο – “εργοδότη” μου, ευθύνες απέναντι στις συμπαίκτριές μου, τις μικρότερες επίσης… Δηλαδή, έχω και αυτό το άγχος – το να είμαι και να δίνω το καλό παράδειγμα».
«Μέχρι τα 18 μου δεν περνούσα καλά στο σχολείο. Το πόλο ήταν ο τρόπος διαφυγής μου από το σχολείο, ήταν οι φίλες μου… ένιωθα πολύ δυνατή μέσα από αυτό το άθλημα. Μετά τα 18 μου λίγο άλλαξε αυτό, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Μέχρι το τέλος του δημοτικού ήμουν πολύ καλά στο σχολείο, από τα 12-13 που ξεκίνησα να είμαι πιο ενεργητική στο πόλο και να έχω έναν μεγαλύτερο ρόλο στην ομάδα και να λείπω συχνότερα από τα μαθήματα, ξεκίνησαν οι συμμαθητές μου ένα τύπου – bullying. Μπούλινγκ για το σώμα μου κλπ. Οπότε αυτό το περιβάλλον του σχολείου δεν μου άρεσε, μέχρι το λύκειο, όπου και άλλαξα σχολείο, βρέθηκα ανάμεσα σε αθλητές οπότε ένιωθα καλύτερα».
«Στην πορεία των χρόνων κατάλαβα ότι αυτή η κατάσταση με έκανε καλύτερη και στο πόλο, ακριβώς επειδή ήταν ο τρόπος διαφυγής μου. Με έκανε να θέλω να τα δίνω όλα εκεί, να “κερδίζω δυο μέτρα μπόι”… Πέραν αυτού, ήμουν και τυχερή διότι στον χώρο αυτό, δεν βίωσα παρόμοιες καταστάσεις με προπονητές κλπ. Ένας εκ των προπονητών μου στην Βουλιαγμένη ήταν για μένα σαν πατέρας μου, τον έχω πολύ ψηλά… Αυτό ήταν που εμένα μου άρεσε στο πόλο. Δεν ένιωσα ποτέ να με κρίνουν, να μου κάνουν μπούλινγκ, ούτε τα αγόρια του χώροι – οι πολίστες κλπ. Αισθανόμουν πάντα πολύ “μέσα” στο άθλημα, ότι είμαι αποδεκτή. Σίγουρα έχω συναντήσει και προπονητές όπου έχω περάσει άσχημα, και στην Εθνική ομάδα και αλλού, έχω ακούσει άσχημα πράγματα, αλλά αυτά τα σχόλια με έκαναν καλύτερη. Την παρόμοια δηλαδή κατάσταση που στο σχολείο δεν την άντεχα, στο πόλο μετέτρεπα αυτά τα σχόλια σε βελτίωση. Μπορεί στην αρχή να πήγαινα σπίτι μου και να μην είχα όρεξη ούτε να φάω, ούτε να πάω προπόνηση, ούτε τίποτα… στο τέλος της ημέρας όμως ήμουν έτοιμη να βγάλω αυτόν τον “θυμό” στην επόμενη προπόνηση και να γίνω καλύτερη»!
«Το 2015-2016 που ήμουν – δεν ήμουν στην Εθνική ομάδα, κατάφερα να μετατρέπω τα σχόλια στα “καλύτερά μου κομμάτια” αυτή την στιγμή. Δηλαδή, κάθε φορά που ένας προπονητής παρουσίαζε τους λόγους του που δεν με είχε συμπεριλάβει σε μια αποστολή κλπ, εγώ κρατούσα τις παρατηρήσεις και γινόμουν καλύτερη».
Ρουτίνα συγκέντρωσης – χαλάρωσης – αποσυμπίεσης πριν από έναν αγώνα… Ο διασκεδαστικός τρόπος που επιλέγει η Έλενα, ώστε να αποβάλλει το στρες πριν από έναν αγώνα, αλλά και τα “must” βήματα έως την αναμέτρηση.
«Μου αρέσει πάρα πολύ να χορεύω πριν τους αγώνες. Να κάνω πράγματα που μου δίνουν χαρά, ώστε να μην σκέφτομαι το παιχνίδι. Κάτι ακόμη που κάνω πάντα είναι να ακούω ανεβαστική μουσική ή έστω τα αγαπημένα μου τραγούδια και να τα τραγουδάω. Αλλά αυτό που χρειάζομαι πάντα είναι να χορεύω, αυτό με κάνει να ξεχνιέμαι και να κάνω και ζέσταμα παράλληλα. Μου αρέσει και να “χαζεύω” με τις συμπαίκτριες μου, να κάνουμε πλάκα πριν τον αγώνα. Δεν θα σου πω ότι είμαι από τα άτομα που πάνε σε μια γωνία, κάνουν ζέσταμα μόνοι τους, αυτοσυγκεντρώνονται κλπ. Μου αρέσει να μιλάω και να συναναστρέφομαι, ας πούμε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Σπλιτ παίζαμε “άρρωστος-βαριάρρωστος”. Μας βοηθούσε πάρα πολύ… οπότε κι εγώ προτιμώ να κάνω κάτι ευχάριστο πριν τον αγώνα για να μην πνίγομαι στις σκέψεις μου».
«Έχω την συνήθεια να φοράω ίδια-συγκεκριμένα ρούχα πριν τους αγώνες, ειδικά με την Εθνική ομάδα. Αν τύχει να μας αλλάξουν εμφάνιση ή μπλούζα πχ είμαι… “να πεθάνω” (χαριτολογώντας). Τρώω πάντα ίδιο πρωινό, ειδικά τις μέρες όπου έχω αγώνα και φυσικά όλες καθόμαστε στις ίδιες θέσεις στο πούλμαν κλπ – είναι πολύ συνηθισμένο αυτό στο πόλο. Επίσης, μ’ αρέσει πολύ να μασάω τσίχλα πριν κάθε παιχνίδι. Στον ημιτελικό δε, με την Ιταλία φέτος στο Ευρωπαϊκό, είχα ξεχάσει να μασήσω τσίχλα… όταν το κατάλαβα στην παρουσίαση έπαθα πανικό! Έλεγα από μέσα μου: “Πωπω δεν έχω μασήσει τσίχλα, τι θα κάνω;”… Και τέλος, πάντα το ίδιο ζέσταμα».
Φαινόμενο υπερπροπόνησης…
«Δύο φορές έχω πιάσει τον εαυτό μου να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση της υπερπροπόνησης. Και οι δύο φορές ήταν οι προ-ολυμπιακές χρονιές, δηλαδή το 2019-2020 (είχαμε και την καραντίνα τότε και δεν κάναμε τίποτα άλλο πέρα από προπόνηση) και το 2015-2016 που η ζωή μου ήταν πραγματικά μόνο πόλο… Σκεφτόμουν μόνο τα προ-ολυμπιακά, μόνο τους αγώνες, συζητούσα μόνο για πόλο… Θεωρώ ότι άλλο αυτό πηγάζει από το άγχος μας σαν αθλητές. Με την έννοια ότι θέλεις να πας, να ζήσεις τους Ολυμπιακούς, να τελειώσει ο ολυμπιακός κύκλος κλπ. Παρόλα αυτά δεν έκανα “reset” στο μυαλό μου – δεν ένιωθα ότι μπορούσα να κάνω “reset”, το μυαλό μου ήταν μόνο εκεί».
«Αφού τελείωσαν τα προ-ολυμπιακά και αποτύχαμε και τις δύο φορές, είχα την μόνιμη σκέψη ότι “απέτυχα”. Είχα δηλαδή σαν συνέπεια την αποδοχή της αποτυχίας κατά κάποιον τρόπο».
Πώς αντιμετώπισε η Έλενα μια εξαντλητική προ-ολυμπιακή χρονιά όταν δεν έχει επιτευχθεί η πρόκριση;
«Όταν έχεις κάνει μια τόσο μεγάλη προσπάθεια για έναν τόσο μεγάλο στόχο, νιώθεις άδειος μετά – ακόμα και Ολυμπιάδα να πας. Έτσι λένε τουλάχιστον, ακόμα και οι αθλητές που έχουν πάει… Είσαι δηλαδή με την απορία “και τώρα τι;”, βρίσκεσαι στα χαμένα. Ποια είναι η συνέχεια από εδώ και πέρα; Στην ολυμπιάδα του Ρίο δεν το σκεφτόμουν τόσο έντονα, αλλά πέρσι αναρωτιόμουν μέσα μου: “πώς συνεχίζω για άλλα 4 χρόνια; Πώς θα ξυπνάω και θα κοιμάμαι με αυτήν την θέληση και την λαχτάρα να πάω στην Ολυμπιάδα, για άλλα 4 χρόνια”»;
«Πώς θα αντέξω δηλαδή άλλα 4 χρόνια; Και από θέμα προπόνησης και από θέμα πίεσης… Όταν πετυχαίνεις να πας σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ουσιαστικά το απομυθοποιείς όλο αυτό. Το έχεις ζήσει δηλαδή και λες “το έκανα κι αυτό”, κι αν παρέλθει ακόμη μια τετραετία και μπορείς το ξανακάνεις. Όταν δεν το έχεις καταφέρει όμως, σε κυριεύει το άγχος ότι “πρέπει να πάω, πρέπει να το καταφέρω την επόμενη φορά”. Ουσιαστικά, το καλοκαίρι των Ολυμπιακών που δεν έχεις κάποια αγωνιστική υποχρέωση κάνεις ένα εποικοδομητικό διάλειμμα και αποφορτίζεσαι… Τον Σεπτέμβρη κιόλας, λες “πάμε, είναι μια νέα τετραετία” – που τώρα βέβαια ήταν τριετία. Αυτό βέβαια που μου μένει πάντα μετά το διάλειμμα που ανέφερα είναι το “άδειασμα” που ανέφερα. Δηλαδή πραγματικά δεν ξέρεις αν θέλεις να το ξανακάνεις όλο αυτό, αν είσαι διατεθειμένος να ζήσεις ξανά την αποτυχία… Περνούν πολλές σκέψεις από το μυαλό σου και παλεύεις μεν με τον εαυτό σου, όμως λες: “Έχω έναν στόχο, θέλω να τον καταφέρω… Ναι αλλά, δεν μπορώ να το περάσω πάλι αυτό”. Φτάνεις ο ίδιος στα όριά σου γενικά για να είσαι στο υψηλότερο επίπεδο απόδοσης και μετά απλά “αδειάζεις”».
Πώς διαχειρίστηκε αυτό το καλοκαίρι, το οποίο ήταν γεμάτο διοργανώσεις, προετοιμασίες και προπονήσεις…;
«Είχα να κάνω όλο το καλοκαίρι προπόνηση με την Εθνική ομάδα από το 2017. Δεν έχει ξανατύχει να διοργανώνονται δύο τουρνουά το ίδιο καλοκαίρι. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο, πάρα πολύ εξαντλητικό. Το μυαλό σου και το σώμα σου πάνω από 5 μέρες δεν ξεκουράστηκε… Δεν σου κρύβω ότι έφτασα πάρα πολλές φορές στα όρια μου, ακόμα και στις διοργανώσεις που ήμασταν, έβαζα τα κλάματα, έλεγα ότι δεν μπορώ άλλο… όχι μόνο εγώ, όλες μας. Καλώς ή κακώς όταν είμαστε τόσες μέρες “κλεισμένες”, συναναστρεφόμαστε, συζητάμε τους προβληματισμούς μας κλπ, οπότε την μια μέρα θα ήμουν εγώ, την άλλη μέρα κάποια άλλη συμπαίκτριά μας. Μία μέρα δεν θα μιλιόταν η μία στο πρωινό κ.ο.κ. Οπότε νομίζω ότι περάσαμε όλες από αυτήν την φάση, ειδικά οι μεγαλύτερες… Αλλά είναι αυτή τριετία όμως, που λες ότι όλες οι διοργανώσεις από εδώ και πέρα θα μου δίνουν μια ευκαιρία να προκριθώ»!
«Όταν πας σε μια διοργάνωση είναι το ωραίο κομμάτι. Όταν έχεις προετοιμασία και φουλ προπόνηση, ενώ όλοι σου οι φίλοι είναι για διακοπές σε νησιά, είναι πολύ κακό… Είναι πολύ βαρύ ψυχολογικά, ειδικά όταν έχεις ανάγκη κι εσύ να ηρεμήσεις… Όχι μόνο δεν μπορούσες να πας διακοπές δηλαδή, δεν είχες κουράγιο να κάνεις πιο απλά πράγματα λόγω κόπωσης. Να πας έξω για φαγητό, για σινεμά… Παρόλα αυτά, με το τέλος του Ευρωπαϊκού και το μετάλλιο, τα ξεχνάς όλα… Δηλαδή, ήταν πάρα πολύ λυτρωτικό και σε κάνει να σκέφτεσαι ότι δεν είμαστε τόσο μακριά από τις άλλες ομάδες. Είμαστε τόσο κοντά που πρέπει αυτά τα δύο χρόνια που μένουν, να τα δίνουμε όλα σε κάθε διοργάνωση. Το πόσο θέλουμε να πάμε στους Ολυμπιακούς και όλη αυτή η λαχτάρα βάζει “κάτω” την κούραση πολλές φορές και σκέφτεσαι πάρα πολύ τον στόχο σου. Ωστόσο, δεν σταματάς να νιώθεις δυσφορία και να μην θες να βρίσκεσαι εκεί που βρίσκεσαι. Παίζει τεράστιο ρόλο και ο προπονητής βέβαια και οι συμπαίκτριές σου… ήταν ωραίο το φετινό καλοκαίρι. Ήμασταν καλά και αν δεν ήταν καλά η ομάδα μεταξύ της δεν θα τελείωνε έτσι το καλοκαίρι».
Για την επιστροφή στις προπονήσεις μετά το Ευρωπαϊκό, τις διασυλλογικές υποχρεώσεις και όλη την επανέναρξη…
«Αυτό ήταν το χειρότερο σημείο. Διότι, είχες πάρει ένα μετάλλιο, “αδειάζεις” και σκέφτεσαι ότι ξεκινάει μια νέα χρονιά σε 10 μέρες και τι έχεις κάνει; Πως έχεις ξεκουραστεί; Σαν Έλενα ο στόχος μου είναι η Ολυμπιάδα, οπότε κάθε χρονιά ξεκινάω λέγοντας ότι είναι μια σεζόν που πρέπει να βελτιωθώ, να κατακτήσω τα πάντα με τον Σύλλογο μου και να διατηρήσω αυτό το κίνητρο του να είμαστε στην κορυφή. Δηλαδή, ξεκίνησε η χρόνια και είπα: “Πρέπει να πάρουμε το Σούπερ Καπ, το Champions League, Πρωτάθλημα και Κύπελλο και μετά ξανά με την Εθνική ομάδα”. Τα βάζω έτσι στο μυαλό μου, κάθε διοργάνωση την βλέπω διαφορετικά, ξέρω ότι πρέπει να βρίσκομαι στο 100%, αλλά παραμένει κάτι πολύ δύσκολο ψυχολογικά. Θέλει πολύ καλή διαχείριση και από τους προπονητές, στο θέμα ξεκούρασης και προπόνησης με την έννοια να μην κουράζεσαι τόσο πολύ πνευματικά. Μέχρι στιγμής είμαστε πολύ εντάξει με αυτό στον Ολυμπιακό και θεωρώ ότι τελικά δεν είναι μόνο θέμα διαχείρισης από πλευράς σου, αλλά και θέμα διαχείρισης των γύρω σου».
Πώς ο “κύκλος” του Ολυμπιακού (προπονητές και συμπαίκτριες) βοηθά στην πορεία και ψυχολογία της;
«Οι στόχοι με τις περισσότερες από τις συμπαίκτριές μου είναι κοινοί και ίδιοι. Οπότε η μία δίνει ώθηση στην άλλη, χωρίς καν να λέμε “πάμε να πάρουμε το ένα ή το άλλο τρόπαιο” κλπ. Επίσης, το επίπεδο είναι τόσο υψηλό που δεν σου αφήνει κανένα περιθώριο να επαναπαυθείς ή να πεις “δεν μπορώ άλλο”. Από την στιγμή που μπήκες στον χορό, θα χορέψεις! Έχω πει μέσα μου ότι θα το φτάσω μέχρι τέλους. Δεν μπορώ να πάω σε μια προπόνηση και να βλέπω ότι μένω πίσω, πρέπει να “φτάσω” κάθε συμπαίκτριά μου. Αυτό το “πουσάρισμα” είναι το πιο σημαντικό, το ότι η μία τραβάει την άλλη. Είναι επίσης πολύ ευεργετικό ότι έχεις στόχους μέχρι τον στόχο σου. Έχεις δηλαδή πολλά σκαλοπάτια και έρχεται η στιγμή που πρέπει να φτάσεις στην δική σου κορυφή! Ξεκινάμε δηλαδή από το Σούπερ Καπ, που είναι το πρώτο Κύπελλο που θα διεκδικήσουμε φέτος, μετά η Ευρωλίγκα, τα play-off στο Πρωτάθλημα κλπ. Ο Ολυμπιακός επίσης είναι ένα σωματείο απόλυτα επαγγελματικό – δεν σε αφήνει να ξεφύγεις από κανέναν στόχο. Πρέπει να είσαι εκεί 100% και πιστεύω ότι αυτό, σε αθλητές υψηλού επιπέδου, κάνει πάρα πολύ καλό. Ποιος αθλητής δεν θέλει να έχει λυμένα όλα του προβλήματα, να κάνει την προπόνηση του υπό κατάλληλες συνθήκες κλπ…».
Υπάρχουν “άνθρωποι” του χώρου και της ομάδας που είναι πάντα διαθέσιμοι για να σε στηρίξουν ή αλλιώς είναι το “safe place” σου;
«Σχεδόν όλοι μου οι προπονητές και συνεργάτες τους ήταν κοντά μου σε αυτόν τον τομέα. Είμαι ένας άνθρωπος που γενικά μου αρέσει να εκφράζω τα συναισθήματά μου. Σίγουρα, υπήρχαν και προπονητές που ήταν λίγο πιο αποστασιοποιημένοι και τυπικοί, αλλά πιστεύω ότι οι περισσότεροι σε καταλαβαίνουν… δεδομένου ότι συνεργάζονται με γυναίκες. Δηλαδή αντιλαμβάνομαι πότε με καταλαβαίνουν (χωρίς να μιλήσω) και αυτό είναι πολύ σημαντικό… πολύ πιο σημαντικό από το να πας να μιλήσεις σε κάποιον. Υπήρχαν βέβαια και άλλες φορές που ενώ εγώ δεν ένιωθα καλά, κάποιοι δεν το καταλάβαιναν. Διότι, προσωπικά μου αρέσει να δείχνω τα συναισθήματά μου, είτε θυμό είτε στενοχώρια, αλλά όχι πόνο ή κούραση. Δεν πήγαινα κι εγώ να το επικοινωνήσω όλο αυτό και κάποια στιγμή απλά έρχεται ένα ξέσπασμα».
«Με εκείνους που ήταν πιο αποστασιοποιημένοι θυμάμαι δεν περνούσα καλά, ένιωθα ότι δεν είχα κάποιον να με καταλάβει. Τότε, στρεφόμουν περισσότερο σε φίλες και συμπαίκτριες ή και βοηθούς των προπονητών γιατί αυτός είναι περισσότερο ο ρόλος τους».
Για τις επιπτώσεις του κορωνοϊού και του εγκλεισμού στην ψυχολογία των αθλητών υψηλού επιπέδου, αλλά και σωματικά στις γυναίκες…
«Όσον αφορά το στρες, ειδικά στην πρώτη καραντίνα που δεν κάναμε ούτε προπόνηση, οι σκέψεις μου περιστρέφονταν γύρω από τα κιλά που είχα χάσει τα προηγούμενα χρόνια – δηλαδή να μην τα πάρω… Τα πήρα. Τα πήρα γιατί δεν έκανα προπόνηση, γιατί έτρωγα, η καθημερινότητα πραγματικά δεν είχε τίποτα άλλο… Ένας αθλητής του υγρού στίβου που κάνει κάθε μέρα προπόνηση δεν γίνεται ξαφνικά να εξισορροπήσει τα πάντα με ένα τρέξιμο. Εγώ έτρεχα 20′ την ημέρα. Οπότε το άγχος που είχα τότε, ουσιαστικά έγινε πραγματικότητα».
«Με απασχολούσε επίσης πολύ το πως θα είμαι όταν επιστρέψω. Θα είμαι ίδια; Θα είναι η ψυχολογία ή το σώμα μου ίδιο; Πόσο καιρό θα μου πάρει να επανέλθω;… Τελικά, ήταν και καλό, γιατί πραγματικά ξεκουράστηκα, όμως από την άλλη πάλευα πολύ με τον εαυτό μου και τις σκέψεις μου. Έλεγα: “Θα μπορέσω να ξεκινήσω; Μήπως να μην ξεκινήσω καν; Να σταματήσω να παίζω πόλο;” Αλλά εν τέλει, η αρχή είναι όντως το ήμισυ του παντός… Ξεκινήσαμε τόσο σταδιακά τις προπονήσεις που ήταν σαν να μην σταματήσαμε ποτέ».
Οι «δεύτερες σκέψεις» που μπορεί να έχει κάθε μέρα και πως ξεπερνά τις δύσκολες στιγμές τις καθημερινότητας…
«Κάθε μέρα κάνω τέτοιες σκέψεις, σχεδόν κάθε μέρα. Πόσες φορές έχει τύχει να ξυπνάω το πρωί και να σκέφτομαι ότι θέλω να καθίσω στο κρεβάτι μου για “πάντα”. Ή πέφτεις έχεις άγχος για την ώρα, ότι πρέπει να κοιμηθείς και να συμπληρώσεις καλές 7 ώρες ύπνου… Ειδικά στις γυναίκες που κάνουν πρωταθλητισμό είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο θέμα αυτό, η κατάθλιψη και όλα τα ζητήματα ψυχολογίας. Θεωρώ ότι υπάρχουν πάρα πολλοί αθλητές που έχουν κατάθλιψη και δεν το ξέρουν, γιατί είσαι τόσο αποκομμένος από όλα τα υπόλοιπα χωρίς να το καταλαβαίνεις… Μπορεί ένας αθλητής να καταφέρνει να βγαίνει έξω δύο φορές την εβδομάδα για παράδειγμα, αλλά πραγματικά η ζωή σου να περιστρέφεται γύρω από το πόλο ή όποιο άθλημα κάνεις. Να έχεις βγει ας πούμε για φαγητό στις 21:00 και να σκέφτεσαι ότι 23:00 πρέπει να είσαι πίσω, ώστε 23:30 να κοιμάσαι. Όλη σου η ζωή περιστρέφεται γύρω από αυτό και στο τέλος δεν είσαι ποτέ χαρούμενος, δεν ευχαριστιέσαι ποτέ τα πράγματα. Πάντα σκέφτεσαι ότι έχεις προπόνηση, ότι πρέπει να κοιμάσαι ή να ξεκουράζεσαι ή ότι δεν μπορείς να πας πχ διακοπές Χριστουγέννων. Πράγματα τα οποία χρειάζεται ένας άνθρωπος…, όχι μόνο το να πας διακοπές, το να κάτσεις απλά σπίτι σου. Να πεις ότι ένα Σαββατοκύριακο, δεν θέλω να βγω από το σπίτι μου. Πιέζεις τόσο πολύ τον εαυτό σου, τόσο πολύ που δεν το καταλαβαίνεις… Γι’ αυτό και πολλές γυναίκες απ’ όσο γνωρίζω, έχουμε πολύ συχνά “breakdowns”, ειδικά πριν ή μετά την προπόνηση… Πόσες φορές έχει τύχει να μπω στο αυτοκίνητό μου και να κάνω ένα τέταρτο να φύγω γιατί με πιάνουν τα κλάματα από την κούραση… Θέλω να κάνω κάτι άλλο που να μην φοράω πχ φόρμα ή τζιν, να βάλω ένα φόρεμα για να βγω για ένα φαγητό. Είναι πολύ αμφιλεγόμενα όλα αυτά και προφανώς θέλεις να είσαι εκεί που είσαι, νιώθεις πολύ δυνατός με αυτό που κάνεις, ταυτόχρονα δεν θέλεις κιόλας γιατί δεν γεμίζει όλα τα κομμάτια της ζωής σου, νιώθεις αποκομμένος. Αυτό εννοώ με το παλεύω με τον εαυτό σου… Να έχεις περισσότερη κοινωνική ζωή».
Τι θα έλεγε στην νεαρότερη «Έλενα», όταν σε εφηβική ηλικία είχε άγχος, πιεζόταν και πάλευε με τις σκέψεις της;
«Θα προσπαθούσα να δώσω στον εαυτό μου να καταλάβει, ότι μέσα από τις δυσκολίες που συναντάει, γίνεται δυνατότερος χωρίς να το καταλαβαίνει. Πέρασα καταστάσεις στις οποίες εγώ εκείνη την στιγμή απλά έκλαιγα, δεν ήθελα, είχα άρνηση, αλλά στο τέλος είχα γίνει 100% πιο δυνατή όλο αυτό και έτσι, έχτισα έναν πιο στιβαρό χαρακτήρα. Ουσιαστικά θα έλεγα: “Δεν πειράζει και να απογοητευτείς ή να στεναχωρηθείς… στο τέλος θα βγεις πιο δυνατή. Απλά πρέπει να συνεχίσεις να κάνεις αυτό που κάνεις και στο τέλος θα ανταμειφθείς και θα ανταμείψεις τον εαυτό σου».
Το μήνυμα που θα ήθελε να ακούσει ένας ανερχόμενος αθλητής.
«Αυτό που θα έλεγα είναι ότι η μοίρα του κάθε πρωταθλητή είναι να πουσάρεις τον εαυτό σου όλο και περισσότερο, αλλά ταυτόχρονα είναι οκ το να μην είσαι εντάξει… Πολλές φορές απογοητευόμαστε με την πρώτη “σφαλιάρα” που θα φάμε, όμως ένας αθλητής δεν είναι ρομπότ. Δεν γίνεται ας πούμε να έχεις την υψηλότερη απόδοση σε κάθε παιχνίδι και είναι απόλυτα φυσιολογικό το να μην είσαι τέλειος. Εγώ με αυτό παλεύω…».