#AQF24: Η αυλή του Mardi Coffee and Winebar σε περιμένει! (INTERVIEW+PICS)

by Δέσποινα Μπαλαχτάρη

Είναι πολύ πιθανό, αν όχι μονόδρομος, την ώρα που θα περιπλανιέσαι στα στενά του Πειραιά για τις αγορές σου ή για να πας προς τη δουλειά, να πιάσει η όσφρηση σου τη μυρωδιά από τα ζεστά pancakes, είτε με λιωμένο τυρί, είτε με σοκολάτα και να ξέρεις ότι η ωραιότερη αυλή της πόλης, στην Ηρώων Πολυτεχνείου 42-44 έχει ανοίξει την αγκαλιά της, ήδη, για εσένα…

Το Mardi Coffee and Winebar αποτελεί σημείο συνάντησης εδώ και χρόνια στον Πειραιά και η προτίμηση του κόσμου δηλώνει ευδιάκριτα ότι η ποιότητα και το γεμάτο ζεστασιά κλίμα μπορούν να συνδυαστούν για να προσφέρουν ένα άριστο αποτέλεσμα.

Βρείτε το Mardi Coffee and Winebar στο Facebook!

Βρείτε το Mardi Coffee and Winebar στο Instagram!

Οι επιλογές ποικίλουν, για όλες τις ώρες της ημέρας και η ομάδα του #AQF24 βρέθηκε πριν από λίγες ημέρες στο Mardi για να αποφασίσει τι της αρέσει περισσότερο (Οι Crispy αυγοφέτες στις 9:30 το πρωί τα… σπάνε), αλλά και με ξεκάθαρη την πρόθεση να μάθουμε περισσότερα για την επιχείρηση, καθώς και τον ιδιοκτήτη της, Γιάννη Χατζηαλέξη, ο οποίος έχει μια πορεία ετών στην ελληνική υδατοσφαίριση και τον πειραϊκό αθλητισμό, όχι αποκλειστικά υπό ένα πρίσμα.

Το παρελθόν της οικογένειας Χατζηαλέξη στην υδατοσφαίριση είναι γνωστό, με τον Γιάννη να έχει υπάρξει βασικό στέλεχος των ομάδων του Εθνικού Πειραιά και όχι μόνο, την αδερφή του Κέλλυ να έχει αγωνιστεί σε Εθνικό, ΑΝΟΓ, Ολυμπιακό, την ξαδέρφη τους, Έλενα Ξενάκη να αποτελεί αυτή τη στιγμή μια από τις κορυφαίες φουνταριστές του κόσμου όντας παίκτρια του Ολυμπιακού, ενώ η μαμά, Τένια Βούλγαρη με την αδερφή της, Μαίρη, αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της αρχής της γυναικείας υδατοσφαίρισης στην Ελλάδα με το σκουφάκι του Εθνικού Πειραιά. Το αθλητικό υπόβαθρο της οικογένειας, η οποία έχει ανέκαθεν τις ρίζες της στον Πειραιά, δεν σταματάει εκεί, καθώς ο Μαργαρίτης Χατζηαλέξης έχει αφιερώσει τη ζωή του στο ποδόσφαιρο και αποτελεί εκ των κορυφαίων προπονητών της πόλης, προπονώντας αυτή τη στιγμή τον Αίαντα Σαλαμίνας.

Καταλαβαίνουμε, σιγά-σιγά, γιατί το Mardi Coffee and Winebar είναι… το στέκι του Υγρού Στίβου, αλλά και αθλητών του μπάσκετ, του ποδοσφαίρου και άλλων αθλημάτων στον Πειραιά και τώρα είναι η στιγμή να διαβάσετε τη μεγάλη συνέντευξη που κάναμε με τον ιδιοκτήτη της επιχείρησης, Γιάννη Χατζηαλέξη, όμως μην θεωρείτε ότι θα καταπιαστούμε μόνο με το Mardi και το πώς γεννήθηκε αυτή η ιδέα, καθώς έχετε τη δυνατότητα να διαβάσετε ιστορίες για τη γενιά των 83άρηδων του «Αυτοκράτορα», τα ένδοξα χρόνια του Εθνικού με Σαμαρτζίδη, Μουστακαρία, Καλακώνα, Καϊάφα, τη διαφορετική νοοτροπία που υπήρχε παλαιότερα όσον αφορά την προπόνηση, αλλά και για το έργο του ΟΠΑΝ στην πόλη του Πειραιά.

Ονόματα όπως Βολτυράκης, Ματουτίνοβιτς, Γαρύφαλλος, Κοκκινάκης παρελαύνουν από τη συζήτησή μας με τον Γιάννη Χατζηαλέξη, οπότε… Enjoy και ραντεβού στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου 42-44! 

Σε ποια οδό βρίσκεται το Mardi Coffee and Winebar;

«Βρισκόμαστε στην οδό Ηρώων Πολυτεχνείου 42-44 (Πλάτωνος 3), στο κέντρο του Πειραιά».

Το όνομα του μαγαζιού – η λέξη Mardi πώς προέκυψε; Πώς επιλέχθηκε;

«Mardi είναι η ημέρα Τρίτη στα γαλλικά και την επιλέξαμε ως όνομα του μαγαζιού μας, θέλοντας να τονίσουμε το “peak” της επιχείρησης, γι’ αυτό και κάναμε ένα γαλλικό bistrot. Θεωρείται μια καλή μέρα η Τρίτη-Mardi και γενικά είναι μια όμορφη δισύλλαβη λέξη».

Με βάση λοιπόν το όνομα “Mardi” σχεδιάστηκε όλο το μαγαζί αλλά και το μενού;

«Όσον αφορά το μενού, σχεδιάστηκε με γνώμονα την ιδέα του brunch με πιάτα εμπνευσμένα από το γαλλικό bistrot, αλλά και κάποιες κλασικές αμερικανικές γεύσεις όπως τα burger και τα steak sandwich. Σχετικά με την διακόσμηση κινηθήκαμε πιο “γαλλικά” όπως προανέφερα, με εικόνες από αληθινά bistrot και δημιουργήσαμε μια αυλή με διάφορες γωνιές του μαγαζιού που θυμίζουν τα ίδια αυτά τα καφέ».

Ποιες είναι οι καλύτερες ώρες της ημέρας που μπορεί κανείς να επισκεφθεί το “Mardi”;

«Οι καλύτερες ώρες της ημέρας είναι περίπου από τις 09:00-09:30 το πρωί μέχρι τη 13:00-13:30 το μεσημέρι, τα Σαββατοκύριακα και εννοείται μετά τις 19:00 το απόγευμα. Τις καθημερινές, ιδανικές στιγμές για καφέ και φαγητό είναι από νωρίς το πρωί, έως τις 17:00-18:00 το απόγευμα, ανάλογα την μέρα και την λειτουργία της αγοράς. Φυσικά, λειτουργούμε και βράδυ ως wine-cocktail bar με χαμηλή μουσική, προκειμένου να απολαύσει ο επισκέπτης τόσο ένα ποτό, όσο και την παρέα και συζήτηση».

Όντας Πειραιώτης, δεν είναι η πρώτη φορά που δραστηριοποιείσαι στην πόλη. Η πρώτη σου επιχείρηση ήταν το Mecca στο Μικρολίμανο, οπότε στηρίζεις σταθερά και διαχρονικά την «ζωή» του Πειραιά. Πώς και δεν έχεις επιλέξει να κινηθείς επαγγελματικά σε άλλη περιοχή;

«Δεν φεύγω από τον Πειραιά, χρειάζομαι διαβατήριο (χαριτολογώντας)… Πραγματικά, αγαπώ αυτή την πόλη, είναι ο τόπος μου, νιώθω ουσιαστικά σαν να είμαι στο “χωριό” μου. Δύσκολα θα πήγαινα κάπου αλλού, ώστε να δραστηριοποιηθώ με μια επιχείρηση. Το δοκίμασα μία φορά και δεν μου βγήκε και τόσο σε καλό».

Είναι πολύ σύνηθες, να επισκέπτονται το μαγαζί σου μεγάλοι αθλητές, όχι μόνο του υγρού στίβου, αλλά και μπασκετμπολίστες, ποδοσφαιριστές κλπ. Ο Πειραιάς είναι μια πόλη γεμάτη αθλητισμό. Πώς το σχολιάζεις αυτό;

«Από το Mardi, η αλήθεια είναι ότι περνάει πολύς κόσμος, λόγω της θέσης του, του brunch και της ελκυστικότητας λόγω κέντρου. Αλλά ναι, μας επισκέπτονται πολύ συχνά αθλητές και αθλήτριες υψηλού επιπέδου, από τον υγρό στίβο λόγω της δικής μου ασχολίας, από τον ποδοσφαιρικό χώρο λόγω της δραστηριότητας του πατέρα μου σε αυτόν τον τομέα, αλλά και μπασκετμπολίστες κλπ».

Όσον αφορά τον πατέρα σου, ο οποίος έχει χαράξει μια λαμπρή πορεία στο ποδόσφαιρο, ένα άθλημα διαφορετικό από το δικό σου και τρέφεις μεγάλο θαυμασμό για τα επιτεύγματά του. Πώς είναι να είστε και οι δύο στον αθλητισμό, αλλά σε διαφορετικούς χώρους;

«Έχω κι εγώ το κόλλημα μου με το ποδόσφαιρο η αλήθεια είναι… Δηλαδή θα πάω τις Κυριακές να παρακολουθήσω ερασιτεχνικούς αγώνες, βλέπω φυσικά και Super League αλλά ουσιαστικά γυρίζω τα γήπεδα Σάββατο και Κυριακή. Παρακολουθώ κυρίως ομάδες του Πειραιά και έχει τύχει να ταξιδέψω κιόλας για να δω παιχνίδια, της Γ’ Εθνικής συνήθως. Μ’ αρέσει πολύ το ποδόσφαιρο και γενικά ο αθλητισμός. Παρακολουθώ σταθερά, όπως παρακολουθώ και πόλο – και γυναικών και ανδρών»!

Πες μας λίγα πράγματα, όσον αφορά την πορεία σου στην υδατοσφαίριση. Η φουρνιά του ’84 όπου γεννήθηκες ήταν από τις καλύτερες του χώρου! Ποια ήταν τα πρώτα σου βήματα; Αναμνήσεις και επιτυχίες;

«Ξεκίνησα από τον Εθνικό Πειραιά, έπειτα αγωνίστηκα για 2 χρόνια στον Νηρέα Χαλανδρίου, μετά στην Γλυφάδα και τέλος, ξανά στον Εθνικό. Αυτά που έχουν χαραχθεί στην μνήμη μου και συζητάμε κάθε φορά σχεδόν που θα βρεθούμε με τους γνωστούς και φίλους του χώρου για φαγητό, είναι οι εμπειρίες από τα ταξίδια που κάναμε, τις αποστολές κλπ. Ήταν η φουρνιά τότε που μαζί με τον Ανδρέα Γαρύφαλλο, τα αδέρφια Κόχειλα, τον Ανδρέα Καρυοφίλλη, τον νεαρότερο τότε Παναγιώτη Παπαδόγκωνα, μοιραστήκαμε όμορφες στιγμές και μας έχουν μείνει πολύ χαρακτηριστικές αναμνήσεις. Ήταν διαφορετικά τα πράγματα τότε, ήμασταν σαν οικογένεια. Με τα παιδιά αυτά βοηθιόμαστε και αλληλοστηριζόμαστε μέχρι και σήμερα. Παραμείναμε διαχρονικά φίλοι και είμαστε δίπλα ο ένας στον άλλο. Θεωρώ ότι σήμερα έχει χαθεί λίγο όλο αυτό, είναι πιο απρόσωπο το άθλημα πλέον… Προσωπικά με τα συγκεκριμένα άτομα, γνωριζόμαστε από 8-9 χρονών, είμαστε πολλά χρόνια φίλοι. Από κύπελλα, μετάλλια κλπ. θυμάμαι χαρακτηριστικά το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων (γεννηθέντες του ’79 και νεότεροι), όπου θεωρούμασταν αουτσάιντερ και παρόλα αυτά κερδίσαμε τον τίτλο! Επίσης, θυμάμαι τα υπόλοιπα Πρωταθλήματα (γεννηθέντες ’83 και νεότεροι) όπου παρόλο που παίρναμε συνέχεια την 2η θέση, έχω αρκετές όμορφες αναμνήσεις από την Χαλκίδα, όπου είχαμε παίξει τελικό με την Χίο… τον τελικό με την Βουλιαγμένη, όπου είχαμε βάλει το νικητήριο γκολ στην παράταση και επικράτησε πανζουρλισμός στην πισίνα… Και λίγο πιο μετά, όπου ο Εθνικός ήταν στην Α2 Κατηγορία, πάλι μας υπολόγιζαν ως αουτσάιντερ, όμως ήμασταν πολύ δεμένοι και ως παρέα καταφέραμε να ανέβουμε στην Α1, τερματίζοντας 2η στο τότε πρωτάθλημα».

Πότε σταμάτησες να παίζεις και αποσύρθηκες από την ενεργό δράση; Πλέον παίζεις κάπου περιστασιακά;

«Το 2015 σταμάτησα το πόλο, παίζοντας στον Εθνικό τότε με προπονητή τον Φάνη Κουντουδιό και διέκοψα κυρίως λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, οικογένειας κλπ. Δεν προλάβαινα να αγωνίζομαι, ούτε και στην Α2 Κατηγορία αν στρεφόμουν προς τα εκεί. Όλο τον χρόνο δεν αγωνίζομαι πουθενά πλέον, μόνο παρακολουθώ. Όμως κάθε καλοκαίρι συμμετέχω με μεγάλη ευχαρίστηση στο Beachpolistas World Tour»!

Ο κόσμος μπορεί να μην το γνωρίζει όμως αποτελείς και μέλος του ΟΠΑΝ. Πώς προέκυψε αυτό;

«Μπορεί να μην είμαι εκλεγμένο μέλος, όμως μαζί με τον Ιωσήφ Βουράκη συνεργαζόμαστε πολύ καλά, προσφέρω τις προτάσεις μου όσον αφορά τον αθλητισμό, συμβουλές και δραστηριοποιούμαστε μαζί για τα αθλητικά δρώμενα του Πειραιά. Άρα ως σύμβουλος συνεισφέρω στον ΟΠΑΝ και προσπαθούμε να προωθήσουμε την υδατοσφαίριση με όσα μέσα διαθέτουμε. Ένα από τα πρώτα σχέδια που υλοποιήσαμε ήταν το 1ο Beachpolistas στον Πειραιά, το οποίο είχε και τις δυσκολίες του λόγω πανδημίας, γι’ αυτό και η ανταπόκριση ήταν περιορισμένη. Την δεύτερη χρονιά, το 2021 δηλαδή, ήταν φανταστικά. Πήγε πολύ καλά το event και θέλουμε να το καθιερώσουμε εννοείται, γιατί αρέσει και πάρα πολύ στον κόσμο. Ακούστηκαν πολύ θετικές εντυπώσεις από το περσινό Beachpolistas World Tour»!

Βλέπουμε ότι στο κομμάτι του υγρού στίβου, ο ΟΠΑΝ δίνει πάντα το «παρών», και για τον Ολυμπιακό και για τον Εθνικό κλπ.

«Προσπαθούμε να στηρίζουμε τις ομάδες της πόλης μας και να χρηματοδοτούμε τις μεγάλες διοργανώσεις, ώστε να έρχονται στον Πειραιά. Ότι και να λέμε, ο Ολυμπιακός και ο Εθνικός έχουν αναδείξει σε μεγάλο βαθμό τον υγρό στίβο τόσο στην περιοχή μας, όσο και σε όλη την Ελλάδα. Μαζί με την Βουλιαγμένη εννοείται, αλλά φυσικά οποιαδήποτε διοργάνωση αφορά τις δύο ομάδες μας, σε Ελλάδα και Ευρώπη, θέλουμε να πραγματοποιείται εδώ και θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε με αυτόν τον τρόπο το κομμάτι αυτό του αθλητισμού».

Γυρνώντας πάλι πίσω… μεγάλωσες σε μια εποχή που ο Εθνικός είχε στο ενεργητικό του «ιερά τέρατα». Πες μου τι αναμνήσεις έχεις από αυτούς τους παίκτες.

«Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι, στην ηλικία των 3-4, όταν έπαιζε η μητέρα μου πόλο, με έπαιρνε μαζί της στο κολυμβητήριο, με άφηνε στην μικρή πισίνα – ανοιχτό το Παπαστράτειο τότε – και έκανε την προπόνησή της ενώ εγώ έπαιζα στην μικρή πισίνα. Όπως επίσης έκανα και πολλά ταξίδια με την ομάδα των γυναικών και την μητέρα μου. Από εκεί και πέρα θυμάμαι, τον Νώντα Σαμαρτζίδη να με “γραπώνει” με την χούφτα του και να με σηκώνει από το “κεφάλι”, τον Θοδωρή Καλακώνα, τον Βαγγέλη Πάτρα, τον Καϊάφα, τον Μουστακαρία… όλοι τους τεράστιοι αθλητές»! 

Γιατί πιστεύεις ότι ο Εθνικός κυριαρχούσε τόσο πολύ τότε; Πιστεύω είχε κάτι το διαφορετικό αυτή η ομάδα, ίσως ένα διαφορετικό mentality;

«Είχε σίγουρα μια διαφορετική φουρνιά, δεν άλλαζε συχνά Διοικήσεις, υπήρχε μια σταθερότητα και αν θυμάμαι καλά τότε, ήταν ο Ζουμπουλίδης και η λοιπή οικογένεια, ο Χατζηγεωργίου Πρόεδρος, και άλλοι. Στην πορεία εμφανίστηκαν κάποιες κακές διοικήσεις, κυρίως 2006-2009, οι οποίες θεωρώ ότι “έβλαψαν” το όνομα του Εθνικού, δηλαδή άφησαν και ορισμένα χρέη η αλήθεια είναι που εκ των υστέρων προσπάθησαν να τα “μπαλώσουν”. Από εκεί και πέρα, η αλήθεια είναι ότι χάλασε όλο το “brand-name” του Εθνικού και ο εκάστοτε γονιός δύσκολα θα πήγαινε το παιδί του στον σύλλογο».

Να προσθέσουμε ότι και η αδερφή σου, η Κέλλυ Χατζηαλέξη έπαιζε πόλο. Γενικά, είχατε οικογενειακώς κλίση προς τα εκεί.

«Ναι, και η Κέλλυ ασχολήθηκε με την υδατοσφαίριση και ξεκίνησε επίσης από τον Εθνικό, μετά πήγε στην Γλυφάδα και έπειτα στον Ολυμπιακό και έχει πανηγυρίσει και ένα Πανευρωπαϊκό με τον ΑΝΟΓ, με τον Τάσο Παπαναστασίου τότε επικεφαλής. Αργότερα, λόγω τραυματισμού σταμάτησε και πλέον η ξαδέρφη μου (Έλενα Ξενάκη) αγωνίζεται για τον Ολυμπιακό. Είναι μια καινούργια εμπειρία γι’ αυτή, ξεκίνησε και εκείνη στον Εθνικό, πήγε στην Βουλιαγμένη όπου μεγάλωσε και εξελίχθηκε και τώρα είναι μια νέα πρόκληση ο Ολυμπιακός, όπου εννοείται σκοπεύει να κερδίσει πολλούς τίτλους. Η αλήθεια είναι ότι έχει εξελιχθεί σε μια παίκτρια υψηλού και διεθνούς επιπέδου, ως μια δυνατή φουνταριστός και αριστερόχειρας. Μπορεί να παίξει εξίσου καλά και στην περιφέρεια, σε όλες τις θέσεις και το αξιοσημείωτο είναι η ωριμότητα που κατέχει σε σχέση με την ηλικία της. Η δυναμική της όλο και αναπτύσσεται».

Πώς κρίνεις τελευταία την ανάπτυξη της υδατοσφαίρισης στην Ελλάδα; Οι επιτυχίες φυσικά είναι πολλές και αξιοθαύμαστες, αλλά η προβολή…;

«Ο κόσμος δεν ασχολείται γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζει το πόλο… Ουσιαστικά, δεν ενδιαφέρεται να το παρακολουθήσει σαν άθλημα γιατί δεν ξέρει τι γίνεται στο νερό. Τώρα από εκεί και πέρα, το ότι δεν υπάρχει τηλεοπτική κάλυψη – πλην του ΚΟΕ TV – δεν βοηθάει καθόλου το άθλημα.. Θα έπρεπε και το κρατικό κανάλι να μεταδίδει παιχνίδια. Επίσης, δεν υπάρχουν και πολλοί χορηγοί, δύσκολα θα επενδύσει κάποιος στο πόλο, περισσότερο στέφονται στο ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Ο χώρος μας είναι πάνω από όλα “ευγενής” και φυσικά υπάρχει η μόρφωση και η γνώση, τόσο στους αθλητές, όσο και στους ανθρώπους που παρακολουθούν το άθλημα… πολύ σπάνια έως ποτέ, θα δείτε επεισόδια σε αγώνα πόλο».

Παρατηρώ ότι όλοι οι παλιοί παίκτες που έχουν κάνει οικογένεια, συμπεριλαμβάνοντας και εσένα, θέλετε να ωθήσετε τα παιδιά στο άθλημα. Φυσικά, υπάρχουν και κάποιοι που δεν το επιθυμούν, και εννοείται είναι σεβαστό. Πώς το βλέπεις όλο αυτό;

«Θα σου πω χαρακτηριστικά, ότι όταν πρωτοπήγα τον γιο μου κολυμβητήριο σε πολύ μικρή ηλικία, αμέσως μετά μου είπε: “Μπαμπά, δεν θέλω να ξανάρθω”. Πέρασε ένα δίμηνο που προσπαθούσα να βρω τρόπο να τον ξαναπάω στην πισίνα και τελικά όντως ξαναπήγε και του άρεσε πραγματικά. Το θέμα έγκειται ότι στο σχολείο, σχεδόν όλα τα παιδάκια παίζουν μπάλα ή μπάσκετ… ο γονιός που έχει το παιδί του στον υγρό στίβο, κατά κάποιο τρόπο “δυσκολεύεται”, όταν το παιδί παρατηρεί την συντριπτική πλειοψηφία γύρω του να διαλέγει άλλο άθλημα. Θέλει μια μικρή ώθηση σε αυτό το σημείο. Από τον υγρό στίβο κανένας δεν θα βγει “πλούσιος”, όμως ο πλούτος είναι συναισθηματικός στον χώρο μας. Οι παρέες, το μικρό οικογενειακό κλίμα κλπ. Αυτά μένουν όσο μεγαλώνει κάποιος αθλητής. Όλοι οι αθλητές της υδατοσφαίρισης αυτή την στιγμή, λίγο πολύ γνωρίζονται και αλληλοστηρίζονται μεταξύ τους, είναι πολύ όμορφο αυτό. Θεωρώ, ότι η όποια προσωπική επιτυχία μου βασίζεται εν μέρει και στον υγρό στίβο, αναμφίβολα. Για παράδειγμα, όλοι οι συναθλητές μου, μαζί και εγώ, όταν ήμασταν σε νεαρή ηλικία και γνωρίζαμε ότι ο πολίστας, Κωνσταντίνος Δάνδολος είχε ανοίξει τότε το Ακάνθους, πηγαίναμε σύσσωμοι να τον στηρίξουμε. Φυσικά, ακόμα συμβαίνει αυτό».

Γιατί να έρθει κάποιος στο Mardi; Πώς πορεύεται αυτά τα χρόνια το μαγαζί; Νομίζω κάθε νέα σεζόν πάει και καλύτερα, είσαι ευχαριστημένος;

«Παρατηρώ ότι οι περισσότεροι πελάτες μας συνδυάζουν την επίσκεψή τους με τα ψώνια τους στην αγορά προηγουμένως. Οπότε θα έρθουν μετά σε εμάς για να απολαύσουν το αντίστοιχο brunch ή πρωινό. Επίσης, θεωρώ ότι πολύς κόσμος λέει “Πάμε στον Γιάννη για καφέ ή φαγητό”, είναι σημαντικό να συνδυάζεται το προϊόν με την γνωριμία. Φυσικά είμαι ικανοποιημένος από την πορεία του Mardi, κοιτάμε να εξελισσόμαστε, να κάνουμε αλλαγές και στο μενού και γενικά, να μην μένουμε στάσιμοι. Με την βοήθεια του σεφ, του μπαρτέντερ κλπ. και φέτος το καλοκαίρι θα κάνουμε μερικές αλλαγές στο μαγαζί, ίσως μια ανακαίνιση, κάτι διαφορετικό».

Υπάρχει πολύς κόσμος που θα ήθελε το Mardi να λειτουργεί και το βράδυ μέχρι πιο αργά. Πώς σου φαίνεται όλη αυτή η ζήτηση; Σου «λείπει» το πρώτο σου μαγαζί, το Μέκκα;

«Εννοείται, υπάρχει και κόσμος που θέλει να μετατρέπουμε το μαγαζί σε “ορθάδικο” αργά το βράδυ, με λίγο πιο δυνατή μουσική κλπ, να αναβιώσουμε το στυλ του Μέκκα, νομίζω όμως ότι η κεντρική ιδέα του πρωινού και brunch στο Mardi είναι αυτή που αποδίδει καλύτερα. Λόγω μέτρων και πανδημίας δεν συμφέρει αυτή την στιγμή να στραφούμε και προς τα εκεί, μιας και τα νυχτερινά μαγαζιά αυτή την στιγμή υποφέρουν. Το Μέκκα δεν μπορώ να πω ότι μου λείπει, έκανε μια εξαιρετική πορεία σαν μαγαζί, έφτασε στο peak του και ολοκλήρωσε τον κύκλο του. Ήταν απόφαση μιας νύχτας σχεδόν το να κλείσω το πρώτο μου μαγαζί και να προχωρήσω παρακάτω, μετά από 11 πολύ όμορφα χρόνια στο Μικρολίμανο. Οι αναμνήσεις που έμειναν όμως είναι μοναδικές και πιστεύω ήταν η κατάλληλη στιγμή να κλείσει αυτό το κεφάλαιο. Πολλές φορές κουράζεται και ο κόσμος και ο επιχειρηματίας και χρειάζονται αλλαγές, είναι φυσικό».

Θα ήθελα να αναπολήσεις ένα παιχνίδι, κυρίως με τον Εθνικό, όπου το θυμάσαι πολύ έντονο, που είχε γίνει χαμός, ήταν ντέρμπι ή κάτι παρόμοιο και να το συζητήσουμε. Σου λείπει καθόλου αυτή η δράση; Η αγωνιστικότητα;

«Θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό παιχνίδι στην Α2 στην Λαμία, όπου παίζαμε με τον Τρίτωνα Αμαρουσίου και χάναμε. Είχε βγει ο Χελιώτης, ο βασικός μας αμυντικός τότε, με 3 αποβολές στο πρώτο οκτάλεπτο και μου ζητάει ο Κώστα Πετράκης τότε, να αναλάβω εγώ την άμυνα φουνταριστού, δεν ήμασταν τότε και πάρα πολλοί… και θυμάμαι ότι σχεδόν όλο το συγκεκριμένο παιχνίδι το έβγαλα στην άμυνα, από τους πολύ καλούς μου αγώνες θεωρώ, το θυμάμαι πολύ έντονα. Κάποιες φορές, η αλήθεια είναι ότι μου λείπει το να παίζω πόλο. Δεν μου λείπει όμως, η προπόνηση… το πρωινό ξύπνημα… (σ.σ γέλια)».

Να τονίσουμε σε αυτό το σημείο την διαφορά που συναντάμε πλέον στον τρόπο που προπονούνται τα νέα παιδιά. Η φουρνιά σου ειδικά, αφιέρωνε πολλές ώρες στην προπόνηση, πολλή και σκληρή δουλειά, διπλές προπονήσεις, 7 ώρες σύνολο την ημέρα καμιά φορά… πλέον δεν είναι έτσι τα πράγματα. Εξήγησέ μας λίγο γι’ αυτό.

«Μικρός θυμάμαι να προπονούμαι με τον Θανάση Τούρο, να ξυπνάω με τον πατέρα μου 05:15 το πρωί για να πάμε στο Παπαστράτειο 05:45, τελειώναμε την προπόνηση 07:15 και μας άφηνε ο προπονητής μας μετά με ένα μικρό αυτοκινητάκι στα σχολεία μας. Αυτό συνέβαινε Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή. Αν θυμάμαι καλά τότε ήμουν γύρω στα 14-15 και θυμάμαι ότι πηγαίναμε αργότερα και για προετοιμασίες στην Ιτέα, όπου κάναμε 3 φορές την μέρα προπόνηση! Πάλι με τον Θανάση Τούρο αυτά, αλλά και όταν είχαμε το Καραλόγο προπονητή, θυμάμαι έναν Ιούνιο να μας λέει: “Σε μια βδομάδα φεύγουμε για Κέρκυρα, μαζεύτε λεφτά και πάμε”! Μόνοι μας τότε με τον προπονητή μας, πήραμε κανονικά το τρένο για Πάτρα, από εκεί πλοίο για Κέρκυρα και πήγαμε για προετοιμασία, φοβερή εμπειρία. Από ταξίδια στο εξωτερικό, θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα στο Κότορ τότε (γιατί κάναμε πολλά), όπου ο Εθνικός έβαλε το νικητήριο γκολ σε έναν αγώνα- πρόκρισης για την 4άδα, έπειτα παίξαμε με την Μπρέσια κλπ. Είχαμε πάει επίσης και την επόμενη χρονιά εκεί – επί Μαντουτίνοβιτς, αργότερα ταξιδέψαμε και στο Μπάρι, όπου ο Πρόεδρος του Εθνικού τότε – νομίζω ο κος Μπέης – μας είχε κάνει δώρο μια μονοήμερη εκδρομή στο Κάπρι… μοναδικές εμπειρίες! Περνούσαμε πολύ ωραία τότε»!

Θυμάσαι άλλους προπονητές τότε, πέραν των ξένων που συναντήσατε στα ταξίδια;

«Φυσικά! Θυμάμαι εννοείται τον Νίκο Βενετόπουλο που τον είχα στον Νηρέα Χαλανδρίου (2007-2008), τον Παπαναστασίου που ήταν στην Γλυφάδα, τον Μάκη Βολτυράκη που ήταν ήδη πάρα πολλά χρόνια. Άλλο επίπεδο συναντούσες τότε θεωρώ, επαγγελματικό σίγουρα. Είχαμε κατακτήσει και το Κύπελλο το 2005 στην Θεσσαλονίκη. Τα τελευταία χρόνια μου έχει μείνει ο Φάνης Κουντουδιός, ένας πολύ καλός προπονητής και καλός άνθρωπος, δίνει βάση στην ψυχολογία του αθλητή».

Ανέφερες πριν τον Μαντουτίνοβιτς, ένα τεράστιο όνομα για την Ελλάδα… Πώς ήταν η προσέγγισή του ως προπονητής;

«Ήταν σίγουρα απρόσωπος, όπως οι περισσότεροι Κροάτες, Σέρβοι κλπ. Σπάνια, ανταλλάζαμε κουβέντες, σχεδόν καθόλου. Θεωρώ πως δεν βοηθούσε τον παίκτη όπως έπρεπε, αλλά οι αθλητές τότε το έτρεφαν μεγάλο σεβασμό εννοείται. Μόνο από το όνομα του δηλαδή – Ντράγκαν Μαντουτίνοβιτς- ήταν αυτονόητο. Αθλητές όπως ο Λοράντος πχ, που ήταν στην ομάδα, τον άκουγαν πολύ προσεκτικά. Με αυτούς τους αθλητές βέβαια, είχε μια τυπική επαφή, με εμάς που ήμασταν μικρότεροι, σχεδόν τίποτα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, κάθε Δευτέρα το ατελείωτο κολύμπι που είχαμε και δεν θα ήθελα να το ξαναζήσω (σ.σ γέλια). Η ομάδα μας τότε (2002) είχε τον Βολτυράκη στο τέρμα, τον Αντώνη Βλοντάκη, τον Δημήτρη Μάζη, τον Τεό Λοράντο, τον Μάριο Χατζηκυριακάκη, τον Καρυοφίλλη, τον Κώστα Δήμου που έπαιζε κανονικά τότε… Επίσης, είχαμε τον Κώστα Κοκκινάκη, δεν ήθελε κάτι άλλο κανείς τότε»!

Το πόλο στον Πειραιά έχει ιδιαίτερα βαθιές ρίζες, από πολύ παλιά… Φέρει μια μεγάλη ιστορία, ειδικά ο Εθνικός, με την σημαντική συμβολή του Ανδρέα Γαρύφαλλου. Τι θυμάσαι από αυτό;

«Ήμουν αρκετά μικρός, όμως θυμάμαι τον Ανδρέα Γαρύφαλλο ως προπονητή πολύ παλιά (1999-2000) και πάντα ήταν πολύ κοντά στον υγρό στίβο, κυρίως του Εθνικού, με διαρκή στήριξη. Δεν τον έχω ζήσει πάρα πολύ όμως, ούτε σαν προπονητή, ούτε πιο πριν. Άκουγα και γνώριζα όμως πόσο συνέβαλλε στο άθλημα».

Ως τελευταία ερώτηση, θα ήθελα να μου πεις πως βλέπεις την ομάδα του Εθνικού και του Ολυμπιακού αντίστοιχα σε γυναίκες και άνδρες.

«Ο Εθνικός φέτος έχει κάνει την υπέρβαση στις γυναίκες και αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στους ανθρώπους που επένδυσαν σε αυτή την ομάδα. Φυσικά και το αντρικό πάει πολύ καλά, το κλίμα είναι αρκετά οικογενειακό, έχει δημιουργηθεί μια πολύ ωραία παρέα σε αυτή την ομάδα, όπως παλιά. Ειδικότερα, πάμε και τριήμερα με πολλούς από τους αθλητές, έρχονται εδώ για καφέ μετά την προπόνηση, κάνουμε παρέα… και γενικά έχουν δημιουργήσει αυτό το πολύ ποιοτικό κλίμα. Από την άλλη ο Ολυμπιακός, θεωρώ ότι είναι ένα επίπεδο παραπάνω, στους άντρες συγκεκριμένα είναι μεγάλη η διαφορά από τους υπόλοιπους συλλόγους και πάει για το ευρωπαϊκό, πέρα από το εγχώριο πρωτάθλημα. Στις γυναίκες θεωρώ ότι Ολυμπιακός και Εθνικός θα κοντραριστούν για το πρωτάθλημα, αλλά και εδώ ο Ολυμπιακός είναι ένα βήμα μπροστά σε αυτή την υπόθεση».

Beachpolistas να περιμένουμε και φέτος στον Πειραιά;

«Εννοείται! Θα έχουμε και φέτος το καλοκαίρι την φιλοξενία του Beachpolistas World Tour στην πόλη μας και πιστεύω θα έχει ακόμα μεγαλύτερη συμμετοχή και ανταπόκριση, λόγω υποχώρησης της πανδημίας. Ίσως το συνδυάσουμε και μια συναυλία μάλιστα»!

You may also like

Retina Logo Mobile Aquafeed24

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

© AQF24 MEDIA